Τετάρτη, Σεπτεμβρίου 26, 2007

Πολιτική ηθική

Ηθική και πολιτική είναι έννοιες που δεν συμβαδίζουν. Δεν πάνε μαζί. Έτσι μας έχουν μάθει, μ’ αυτές μας έχουν μεγαλώσει, τελικά μας έπεισαν και τις έχουμε αποδεχτεί. Στην πολιτική αυτό που μετρά είναι το αποτέλεσμα, γι’ αυτό κι η χρήση θεμιτών κι αθέμιτων μέσων συγχωρείται. Κι αν κάποιος δεν συμφωνεί με τα παραπάνω και τα έχει κάνει τρόπο ζωής, τι γίνεται τότε; Απλά μένει στην άκρη. Απόβλητο της κοινωνίας μας της υποκριτικής, της κοινωνίας του ωχαδελφισμού και του ευκαιριακού συμφέροντος.
Τον τοπικό βουλευτή τον κ. Όθωνα κατηγόρησαν πως ήταν πίσω από τον, άδικο κατά τη γνώμη μου, αποκλεισμό του κ. Νεονάκη, λες κι είχε δύναμη κι επιρροή τόση στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ που να του επιτρέπει να επιβάλλει υποψηφίους και να αποκλείει άλλους. Λες κι ήταν αυτός που άφησε εκτός ψηφοδελτίου τον κ. Κουλούρη, τον κ. Πάχτα κι έχρησε επικεφαλής του ψηφοδελτίου Επικρατείας την κ. Γεννηματά. Ο καθένας που πολιτεύεται φιλοδοξεί να εκλεγεί και να εξασφαλίσει μια θέση στη Βουλή. Γι’ αυτό πασχίζει και αγωνίζεται να υποσκελίσει τους συνυποψηφίους του και να αναδειχτεί ο ίδιος. Αυτοί είναι οι κανόνες του παιχνιδιού και σ’ αυτά τα πλαίσια είναι υποχρεωμένος να κινηθεί. Αυτονόητο; Όχι για όλους γιατί εδώ βρεθήκαμε θεατές σ’ ένα θέατρο του παραλόγου. Τον λίθο του αναθέματος κίνησαν εναντίον του κ. Όθωνα σχετικοί και άσχετοι. Με το χρονόμετρο μετρούσαν τις ώρες που περνούσαν μέχρι να κάνει δήλωση, καταδικαστική του αποκλεισμού, ο κ. Όθωνας. Αυτονόητο; Ίσως.
Παράκλητο εμφάνισαν τον κ. Λαμπίρη, στενό φίλο της οικογένειας Παπανδρέου, που χρειάστηκε να ταξιδέψει μέχρι το Ρέθυμνο ο αδελφός του προέδρου για να τον πείσει. Γιατί να το κάνει; Αφού είχαν τόσο ισχυρό εκπρόσωπο, προς τι οι παρακλήσεις;
Ανύπαρκτο το οργανωμένο ΠΑΣΟΚ στο Ρέθυμνο, ούτε για δείγμα μια πολιτική κίνηση, για τα μάτια του κόσμου έστω. Κι από κει κι ύστερα ο απόλυτος παραλογισμός. Πίσω από τον κ. Λαμπίρη συσπειρώθηκαν, φύρδην μύγδην, από κομματικά στελέχη μέχρι φιλόδοξοι παράγοντες. Όλοι στη μάχη, με όλα τα μέσα, ακόμη και με την εμπορία του ανθρώπινου πόνου και την εξαργύρωση της όποιας ευγνωμοσύνης.
Δεν τους ενδιέφερε να ενισχυθεί το ΠΑΣΟΚ. Άλλωστε υπήρξαν κάποιοι που προέτρεπαν αδίστακτα τους ψηφοφόρους να ψηφίσουν τον αντίπαλο συνδυασμό αν δεν ψήφιζαν τον εκλεκτό τους. Δεν τους ενδιέφερε τόσο να νικήσει ο κ. Λαμπίρης, όσο το να χάσει ο κ. Όθωνας. Ούτε η δυναμική κοινοβουλευτική του παρουσία ούτε οι εκατοντάδες των επερωτήσεων του τους έκαναν ν’ αλλάξουν γνώμη. Ίσως αυτό ήταν που ενοχλούσε.
Οι κάλπες άνοιξαν, ο στόχος επετεύχθη, η πόλις εάλω, τα προσωπεία έπεσαν. Στο Ρέθυμνο, το ΠΑΣΟΚ, ύστερα από πολλά χρόνια, βρέθηκε στη δεύτερη θέση, κι ο κ. Λαμπίρης αποδείχτηκε όχι και τόσο στενός φίλος της οικογένειας Παπανδρέου αφού στην εσωκομματική διαμάχη απέφυγε να πάρει θέση υπέρ του σημερινού προέδρου του ΠΑΣΟΚ. Ακόμη κι αυτό όμως το αποτέλεσμα δεν τους ικανοποίησε απόλυτα. Βλέπετε ο εχθρός, ο κ. Όθωνας, κράτησε, δεν εξαφανίστηκε, δεν ισοπεδώθηκε. Πάνω από 9.800 Ρεθεμνιώτες τον τίμησαν με την ψήφο τους κι αυτό δεν τους άρεσε. Η βουλιμική τους διάθεση δεν είχε κορεσθεί. Άρχισαν λοιπόν ψιθυριστά να διαδίδουν πώς, τάχα μου, ο κ. Όθωνας θα έκανε ένσταση και θα κήρυττε έκπτωτο τον εκλεκτό τους, εφευρίσκοντας μόνοι τους και τα επιχειρήματα. Μέχρι που βγήκε ο ίδιος ο κ. Όθωνας και τους ξεμπρόστιασε. «Δεν εξετάζω το ενδεχόμενο να επιδιώξω βουλευτική έδρα στις αίθουσες των δικαστηρίων», τους πέταξε κατάμουτρα και συνέχισε, «δηλώνω κατηγορηματικά πως ΔΕΝ θα αποδεχτώ βουλευτική έδρα ως αποτέλεσμα δικαστικής απόφασης, υπό την προϋπόθεση ότι θα ακολουθήσει η ίδια κατηγορηματική δημόσια δέσμευση εκ μέρους και των δυο άλλων συνυποψηφίων».
Νομίζω πως καμιά φορά υπάρχουν κι εξαιρέσεις. Πολιτική και ηθική μπορούν και πρέπει ν’ αρχίσουν να συνυπάρχουν.

Πέμπτη, Σεπτεμβρίου 20, 2007

Έκαψε το χαρτί του ο κ. Βενιζέλος;

Από την επομένη της εκλογής του κ. Παπανδρέου στη θέση του Προέδρου του ΠΑΣΟΚ, ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος είχε κατακτήσει τη θέση του Νο 2 του Κινήματος.
Όταν αναφέρεται κάποιος στον κ. Βενιζέλο και στα προσόντα του πρέπει να χρησιμοποιεί πάντοτε υπερθετικό βαθμό. Ιδιαίτερα ευφυής, πληθωρική προσωπικότητα, άριστος χειριστής του λόγου, βαθύς γνώστης των προβλημάτων του λαού, αποτελούσε το βαρύ πυροβολικό του Κόμματος και την ελπίδα για το μέλλον και την παραπέρα πορεία του ΠΑΣΟΚ. Όμως από το βράδυ των εκλογών, σαν κάποια κακή μοίρα να τον έσπρωξε, άρχισε να κάνει τη μια πίσω από την άλλη τις λάθος κινήσεις. Αναφέρω ενδεικτικά:
Λάθος 1ον Η βιασύνη του να δηλώσει «παρών», την ώρα που ο κόσμος του ΠΑΣΟΚ αποσβολωμένος παρακολουθούσε την έκδοση των αποτελεσμάτων, χτύπησε άσχημα, πολύ άσχημα μάλιστα, κι έδωσε την εντύπωση πως ο κ. Βενιζέλος ήταν «σαν έτοιμος από καιρό» για να χρησιμοποιήσω την έκφραση του ποιητή.
Λάθος 2ον Η εσπευσμένη συνάντησή του με τον τέως πρωθυπουργό, τον κ. Σημίτη, και οι δηλώσεις του περί «εγγυητή» ερμηνεύτηκαν σαν προσπάθεια να βάλει ξανά στο παιχνίδι, και μάλιστα σαν επικυρίαρχο, τον άνθρωπο που δεν τόλμησε να υπερασπιστεί το έργο του το 2004 κι άφησε άλλους να το κάνουν αυτό.
Λάθος 3ον Η στήριξη της υποψηφιότητάς του από στελέχη που είχαν στιγματιστεί ή περιθωριοποιηθεί έδωσαν λάθος εικόνα και τον αδίκησαν.
Λάθος 4ον Η απάντηση σε χρόνο μηδέν σε κάθε δήλωση του κ. Παπανδρέου με ύφος υπερφίαλο κι η προσπάθεια διόρθωσης των παραπάνω λαθών επέτειναν την αρνητική εικόνα.
Η μεγάλη πλειοψηφία των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ θα ήθελαν τον κ. Βενιζέλο επικεφαλής του Κινήματος, σ’ ένα ΠΑΣΟΚ όμως ενωμένο και δυνατό με νέα ορμή και όραμα και όχι αρχηγό μιας φατρίας. Θα τα καταφέρει άραγε ο πανέξυπνος κ. Βενιζέλος να κάνει εκείνες τις διορθωτικές κινήσεις που απαιτούνται ή απλώς θα δει το άστρο του να τρεμοσβήνει; Και βέβαια πρέπει να περιφρουρηθούν αυστηρά οι διαδικασίες και ν’ αποφεύγονται πράξεις όπως το σημερινό δυσάρεστο περιστατικό που δεν τιμούν την πολιτική και δεν αξίζουν ούτε στο ΠΑΣΟΚ ούτε στην ιστορία του.

Τρίτη, Σεπτεμβρίου 18, 2007

Τι έχουν τα έρμα;

«Με τον ήλιο τα βγάζω, με τον ήλιο τα μπάζω, τι έχουν τα έρμα και ψοφούν;» αναρωτιόταν ο βοσκός της ιστορίας κι εμένα αυτό κάτι μου θυμίζει. Οι κάλπες άνοιξαν, ο λαός μίλησε, το αποτέλεσμα βγήκε και το αδιαμφισβήτητο συμπέρασμα είναι ένα: το ΠΑΣΟΚ έχασε. Υπέστη ήττα συντριπτική, όπως λένε οι δημοσιογράφοι και τα κανάλια. Κι όπως πολύ καλά γνωρίζουν όλοι, ο χαμένος πληρώνει τον λογαριασμό. Το ερώτημα είναι ποια ήταν τα αίτια, ποιο το καθοριστικό σημείο εκείνο που οδήγησε σε μια τόσο μεγάλη κι εκτεταμένη ήττα και ποιο θα είναι τελικά το τίμημα. Πολλά θ’ ακουστούν, αναλύσεις θα γίνουν, κάποιοι θα προσπαθήσουν να φέρουν την ήττα και τ’ αποτελέσματά της στα μέτρα τους. Ένα μόνο δεν μπορεί να αμφισβητηθεί: Το ΠΑΣΟΚ δεν έπεισε και κάποιοι φταίνε γι’ αυτό.
Είχε ν’ αντιπαλέψει την, κατά γενική ομολογία, χειρότερη κυβέρνηση από την μεταπολίτευση και μετά. Λάθη, παλινωδίες, κουμπάροι, ομόλογα, βρώμισαν τη χώρα. Από την άλλη, για πρώτη φορά στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, σε καιρό ειρήνης, κάηκε η Ελλάδα. Μύρισε καμένη σάρκα ανθρώπων που πέθαναν μόνοι κι αβοήθητοι σ’ ένα σύγχρονο, υποτίθεται, κράτος. Έχασε η κυβέρνηση, είδε τα ποσοστά της τα μειώνονται δραματικά, έχασε όμως πολύ περισσότερο το ΠΑΣΟΚ. Πρωτόγνωρες καταστάσεις. Το κόμμα που φιλοδοξούσε να κυβερνήσει είδε τη δύναμή του να μειώνεται μέχρις εξαφανίσεως.
Δεν έπεισε το ΠΑΣΟΚ. Είχε απέναντι του μια ανίκανη κυβέρνηση που για τριάμισι χρόνια αντί να κυβερνά, αντιπολιτευόταν το ΠΑΣΟΚ, είχε και τα κόμματα της Αριστεράς με την μόνιμη επωδό του δικομματισμού, λες και μέχρι τώρα κι από σήμερα πάλι δεν κυβερνούσε και δεν θα κυβερνά η Δεξιά αλλά ο δικομματισμός, κι όμως δεν έπεισε. Δεν έπεισε γιατί δεν τόλμησε να παραδεχτεί τα λάθη του. Δεν τόλμησε να βγει και να διαχωρίσει τη θέση του από την διακυβέρνηση Σημίτη. Δεν τόλμησε ν’ αποστασιοποιηθεί από τον ηγέτη που αλλοίωσε τη μορφή του Κινήματος. Που άφησε τα περισσότερα στελέχη του στη γωνία και κυβέρνησε με μια ψευτοεκσυγχρονιστική ομάδα. Που το έφτασε στο σημείο να πλειοψηφεί στου Παπάγου και τα βόρεια προάστια και να χάνει στις φτωχογειτονιές του Πειραιά και της Αθήνας. Που έσπασε βίαια τους δεσμούς που το ένωναν με τον μικρομεσαίο, τον μεροκαματιάρη, τον αγρότη, τον μη προνομιούχο.
Είχε αγανακτήσει ο λαός και τους έστειλε στον πάγκο. Άλλαξε ηγεσία κι η εντολή που έδωσε στην καινούρια ήταν πιεστική. «Προχώρα, άλλαξέ τα όλα», ήταν το σύνθημα που δονούσε απ’ άκρου σ’ άκρο την Ελλάδα ολόκληρη. Τι σήμαινε, σε απλά ελληνικά, αυτή η εντολή; Αλλαγή πλεύσης σήμαινε. Ν’ αναγεννηθεί και να ’ρθει το Κίνημα ν’ αγκαλιάσει τον κόσμο, να του δώσει επιτέλους ελπίδα και όραμα. Έγινε αυτό; Σίγουρα όχι και γι’ αυτό δεν έπεισε. Παράταιρα ανοίγματα σε άλλους χώρους, με πρόσωπα φθαρμένα την ώρα που μιλούσε για ανανέωση, (βλέπε Μάνος, Ανδριανόπουλος, Δαμανάκη, Ανδρουλάκης), περισσότερη σύγχυση έφεραν και περισσότερη ζημιά έκαναν, παρά καλό. Λάθη στις επιλογές προσώπων που μπορεί να ήταν αξιόλογα, αλλά δεν αντιλήφθηκε ποτέ ο λαός ούτε τις ικανότητες ούτε την αναγκαιότητα που τα επέβαλε, (δες Ματσούκα -τι να έγινε άραγε αυτή;- Ξενογιαννακοπούλου, Πατουλίδου, Καραχασάν).
Αποφάσεις εν θερμώ με τον αποκλεισμό δικαίων και αδίκων στην υπόθεση της τροπολογίας Πάχτα, παλινωδίες στο θέμα Νεονάκη που πρώτα τον απόκλεισε από το ψηφοδέλτιο, τον ενθάρρυνε στη συνέχεια για να τον ξανακόψει, κι αμέσως μετά τον ύμνησε, ενέργειες ακατανόητες από τον απλό λαό. Πολιτικές μπερδεμένες με απουσία ουσιαστικού λόγου για τα προβλήματα που απασχολούσαν τους πολλούς κι εμμονή σε θέματα περίεργων μειονοτήτων, που σίγουρα χρειαζόντουσαν, δεν άγγιζαν όμως τον κόσμο που λαχταρούσε για κάτι νέο κι αφαιρούσαν ψήφους αντί για να φέρνουν. Και μετά αναρωτιόμαστε για το «τι έχουν τα έρμα και ψοφούν».
Οι κάλπες έκλεισαν, το αποτέλεσμα βγήκε, η κυβέρνηση -έστω κι αποδυναμωμένη- έχει σαφή εντολή. Ο τόπος χρειάζεται κυβέρνηση για ν’ αντιμετωπιστούν τα πολλά προβλήματα. Το ΠΑΣΟΚ έχασε. Μοιάζει με δρομέα που έτρεχε μόνος του και τα κατάφερε να ’ρθει δεύτερος και καταϊδρωμένος. Και μέσα σ’ όλα τέθηκε και θέμα ηγεσίας. Ψυχραιμία χρειάζεται πάνω απ’ όλα και νηφαλιότητα. Να καθίσουν όλοι μαζί, να βρουν τι έφταιξε, και να επανακαθορίσουν πολιτικές και στρατηγικές. Αυτό προέχει γιατί ο τόπος έχει ανάγκη τη δημοκρατική παράταξη. Χρειάζεται τον άλλο λόγο, αυτόν που θα τον κάνει να πιστέψει πως για την έξοδο από το τέλμα, την ακρίβεια και τη μίζερη καθημερινότητα, υπάρχει κι άλλος δρόμος. Τίποτα δεν τέλειωσε. Ο αγώνας πρέπει ν’ αρχίσει από σήμερα κιόλας.

Υ.Γ. Αλλαγή είχαμε και σε τοπικό επίπεδο. Ένα πρώτο συμπέρασμα είναι πως δεν θα μπορούσε να διαφοροποιηθεί ο νομός από την υπόλοιπη Ελλάδα και πως το ΠΑΣΟΚ έχασε για όλους τους παραπάνω λόγους. Εδώ βέβαια είχαμε και μια επιπλέον διαφορά. Ο κ. Λαμπίρης, καθ’ όλα αξιοπρεπής και άριστος επιστήμονας, κέρδισε εύκολα χάρις σε μια ευκαιριακή κι ετερόκλητη συμμαχία που πρέπει να μας προβληματίσει. Μια ευρύτατη συσπείρωση στελεχών και παραγόντων, κόντρα στον τοπικό βουλευτή, του χάρισαν τη νίκη. Κάποιοι, δυστυχώς, έκαναν προσωπικό παιχνίδι, έβγαλαν απωθημένα στην πλάτη του Ρεθεμνιώτικου λαού, κι εύχομαι αυτό να βγει σε καλό. Σίγουρα ο μόνος που δεν φταίει είναι ο κ. Λαμπίρης στον οποίο εύχομαι ολόψυχα καλή επιτυχία στα δύσκολα καθήκοντα που ανέλαβε. Όσο για τον… ή την… άλλο(η) βουλευτή, όταν ξεκαθαρίσει, εύχομαι κι ελπίζω να προσφέρει τα μέγιστα στο τέως (;) παντέρμο Ρέθυμνο.

Σάββατο, Σεπτεμβρίου 08, 2007

Ενός λεπτού σιγή, πολλών λεπτών… κραυγή

«Κι εσύ, λαέ βασανισμένε, μην ξεχνάς…» Αυτά που πίστεψες, γι’ αυτά που σου δημιουργήθηκαν ελπίδες, ένα καλύτερο αύριο που οραματίστηκες, δεν ήταν απατηλό όνειρο. Προεκλογικά λόγια, υποσχέσεις σοβαροφανείς και προγράμματα βαθυστόχαστα ήταν, από ένα κόμμα που αγωνιούσε να σε πείσει πως άλλαξε, πως δεν έχει καμιά σχέση με την παλιά, αμαρτωλή Δεξιά. Αυτοί οι άνθρωποι ήταν νέοι, ωραίοι οι περισσότεροι, καλλιεργημένοι, με καλές σπουδές στο εξωτερικό κι έναν αέρα κοσμοπολίτη που, όπως και να το κάνουμε, προσελκύει.
Προσπαθούσαν να σου μιλούν απλά, να σε πλησιάσουν, να σε πείσουν. Σου μίλησαν για ένα καλύτερο αύριο, για μια ζωή με όραμα, για τη σύγχρονη αντίληψη. Για μια νέα διακυβέρνηση με ανασύσταση του κράτους, για αγώνα κατά της διαπλοκής, για φροντίδα στους αδύναμους κι ενίσχυση των χαμηλότερων εισοδηματικά τάξεων. Για όλα μίλησαν, όλα τα υποσχέθηκαν. Μέχρι την Αριστερά κόντεψαν ν’ απογυμνώσουν από συνθήματα και να της αποστερήσουν επιχειρήματα.
Σου μίλησαν για μια νέα εποχή με νέες ιδέες και ήθος νέο. Για τη μάχη της καθημερινότητας και τον σεβασμό στον πολίτη. Όλ’ αυτά θα λυνόντουσαν ως δια μαγείας αν τους ψήφιζες και μάλιστα σεμνά και ταπεινά. Δεν σε κατηγορώ που σ’ έπεισαν ούτε τον χαρακτηρισμό του αφελή σου προσάπτω. Ήθελες και τους πίστεψες. Ανάγκη είχες να κρατηθείς από κάπου. Για μια ελπίδα ζούμε, για ένα καλύτερο μέλλον που δικαιούμαστε όλοι στο κάτω κάτω.
Δεν το πολυσκέφτηκες, υποθέτω. Σε συνεπήρε ο ενθουσιασμός, ήθελες να τιμωρήσεις και τους άλλους για τα λάθη και τις παραλείψεις τους, και τους ψήφισες. Ποσοστό μεγάλο τους έδωσες κι εκλογική δύναμη τέτοια που να μπορέσουν άνετα να κυβερνήσουν και να κάνουν ανεμπόδιστα πράξη τις ιδέες και τα οράματά τους.
Νίκη μεγάλη. Πανηγυρισμοί στο κυβερνητικό στρατόπεδο κι εσύ σε στάση αναμονής. Περίοδος χάριτος. Οι πρώτες εξαγγελίες βαρύγδουπες. Απογραφή, βασικός μέτοχος, μάχη κατά της διαπλοκής. Ο χρόνος κυλά πότε αργά, βασανιστικά και πότε πάλι μ’ αστραπιαία ταχύτητα ανάλογα με την εξέλιξη των «μεταρρυθμίσεων» και το μέγεθος της καρπαζιάς που έπεφτε κάθε φορά. Η απογραφή οδήγησε σε μέτρα λιτότητας, αύξηση του ΦΠΑ κι επιτήρηση από την έκπληκτη Ευρωπαϊκή Ένωση. Ο βασικός μέτοχος δεν πέρασε από τα κοινοτικά όργανα κι ύστερα από ένα θρίλερ απειλών κι εκβιασμών αποσύρθηκε και ξεχάστηκε κι η μάχη κατά της διαπλοκής εγκαταλείφθηκε προτού καν ξεκινήσει.
Τριάμισι χρόνια λιτότητας κι άλλα τόσα απίστευτης κυβερνητικής ανικανότητας είναι πολλά. Πάρα πολλά. Σ’ αυτό το διάστημα γνωρίσαμε τους πραίτορες, μάθαμε τις ζαρντινιέρες που δέρνουν, εμπεδώσαμε τα δομημένα, τους κουμπάρους, τις μίζες. Υποκλοπές, απαγωγές μεταναστών κι ασύμμετρες απειλές, ήταν απλά το κερασάκι στην τούρτα.
«Κι εσύ, λαέ βασανισμένε», τι κάνεις; Τους συγχώρησες τη μια φορά, τους δικαιολόγησες την άλλη, κράτησες το στόμα σφαλιστό την παράλλη, κατάπιες την κοροϊδία των συμβασιούχων, το αλλαλούμ των πανελληνίων, τι άλλο σου μένει τώρα; Βιαστικά προκήρυξαν εκλογές. Μάνι μάνι να τις κάνουν να ξεμπερδεύουν, στον ύπνο να σε πιάσουν, σκέφτηκαν.
Αυτή η κυβέρνηση δεν είναι απλά κακή, είναι επικίνδυνη. Ξεκίνησε τη θητεία της με την πτώση του Σινούκ που σκότωσε τον Πατριάρχη Αλεξανδρείας και τελείωσε με μια καμένη Ελλάδα. Με όνειρα στ’ αποκαΐδια, με χωριά εξαφανισμένα από τον χάρτη, με 75 νεκρούς. Κάηκαν άνθρωποι στην Ελλάδα του 2007, το πήρατε χαμπάρι; Μόνοι κι αβοήθητοι. Μ’ ένα κράτος ανίκανο να τους προστατέψει και να τους υποστηρίξει. Οι νεκροί είναι πολλοί. Αδικαιολόγητα πολλοί. Πιο πολλοί όμως είναι οι απογοητευμένοι, οι απελπισμένοι, οι θυμωμένοι. Αυτή η κυβέρνηση πρέπει να φύγει. Τώρα! Πριν μας βρουν κι άλλες συμφορές γιατί ο χειμώνας που έρχεται προβλέπεται βαρύς. Σε λίγες μέρες, στην κάλπη, πρέπει να εισπράξει το αντίτιμο του έργου της γιατί εσύ κι εγώ, ο απλός λαός, πονάμε.
Να τιμωρηθεί ο δικομματισμός μας παροτρύνουν τα μικρά κόμματα. Συμφωνώ μαζί τους κι εγώ αλλά, «δεν πρόκειται να συνεργαστούμε ποτέ και με κανέναν», διακηρύσσουν κάποια απ’ αυτά. Τι λες, ρε φίλε; Να σε ψηφίσω δηλαδή, να σ’ ενισχύσω, να τιμωρήσω τον δικομματισμό και ν’ αφήσουμε μια ρημαγμένη χώρα ακυβέρνητη; Ε, όχι, δεν σφάξανε. Αυτή η χώρα πρέπει να κυβερνηθεί, να βρει το κουράγιο και τη δύναμη να προχωρήσει κι ο λαός της, αυτός ο υπέροχος, να μπορέσει να ζήσει ήσυχος επιτέλους.