Παρασκευή, Ιουνίου 26, 2009

Ένα πονεμένο μήνυμα

Κοντεύει μήνας από τις Ευρωεκλογές. Αυτές, ντε, που έφεραν τα πάνω κάτω και το περιβόητο μήνυμά τους ακόμη ψάχνεται. Ακόμη δηλαδή προσπαθεί να βρει τον αποδέκτη, αλλά πού; Χτυπά την πόρτα των κομμάτων, μισοανοίγει αυτή, «πήραμε, πήραμε», τ’ απαντούν και του βροντούν το εξώφυλλο κατάμουτρα. Της κακομοίρας γίνεται. Χαμός! Θα μου πεις, τέτοιο που είναι κι αυτό, καλά να πάθει! Ακούς εκεί να έχει τη δύναμη να φτύσει κόμματα και πολιτικούς σχηματισμούς το μισό σχεδόν του πληθυσμού και να ’χει την απαίτηση μετά και το θράσος (ο πληθυσμός) να θέλει να το καταλάβουν και να υποδεχτούν το μήνυμά του μετά φανών και λαμπάδων. Αμ, δε! Γίνονται τέτοια πράγματα; Και βέβαια δεν γίνονται. Έτσι κι αυτό, έρημο και πονεμένο, τριγυρνά αμήχανο και προβληματισμένο. Εν πάση περιπτώσει, το σημαντικό είναι πως είναι γεγονός υπαρκτό. ΤΟ ΜΗΝΥΜΑ ΑΠΕΣΤΑΛΗ. Τώρα το ότι επέλεξαν οι παραλήπτες την τακτική της στρουθοκαμήλου, να χώνουν το κεφάλι τους στην άμμο δηλαδή, και να ερμηνεύουν το αποτέλεσμα κατά το δοκούν, είναι δικαίωμά τους. Αλλά θα πρέπει να βρουν και τους χάνους που θα το χάψουν. Γιατί όπως και να το κάνουμε τώρα, το άνυδρο καλοκαίρι, είναι κομμάτι δύσκολο στο κουτόχορτο να ευδοκιμήσει.

Ακούς εκεί! Αμέσως μετά την ήττα ανακάλυψαν στην κυβέρνηση τα αίτια. Δεν φταίει, λέει, που τα ’καναν όλα ρημαδιό, δεν φταίνε οι ρεμούλες, οι απάτες, οι κομπίνες, οι κουμπάροι, τα Βατοπέδια, η κακοδιαχείριση, οι φόροι, η λεηλασία των ταμείων, οι άγονες γραμμές, σε συνδυασμό με την ανεργία, την ανασφάλεια και την ανέχεια, οι μετανάστες τούς φταίνε. Και βέβαια είναι πρόβλημα οι λαθρομετανάστευση. Τεράστιο. Που χρήζει ιδιαίτερης μελέτης και αποφασιστικής αντιμετώπισης. Από το σημείο αυτό όμως, μέχρι τις ξενοφοβικές κορώνες του Καρατζαφέρη (που όμως τσίμπησε ένα 7 και κάτι %) που υιοθέτησαν και τις επιχειρήσεις «σκούπα» μπροστά στις κάμερες για εντυπωσιασμό, πόρω απέχει. Α, είναι κι οι κουκούλες που τις θυμήθηκαν ξαφνικά μέσα στο κατακαλόκαιρο κι είπαν να τις πατάξουν. Λες και το έγκλημα δεν είναι η βία, οι φωτιές, οι καταστροφές των καταστημάτων, οι λεηλασίες, η κατάλυση του κράτους, εν ολίγοις, αλλά οι κουκούλες. Για να καταλάβω δηλαδή, η κουκούλα μάς καίει ή που πρέπει να προστατέψουμε τη ζωή, την τιμή, την αξιοπρέπεια και την περιουσία, τα συνταγματικώς κατοχυρωμένα, δηλαδή, δικαιώματα του πολίτη.

Εδώ, μπροστά μπροστά, στα χείλη να κρέμεται, έτοιμο το έχουν το επιχείρημα. Αυτοί που απείχαν, λέει, ήταν δικοί τους. Δεν πήγαν να ψηφίσουν γιατί ήταν θυμωμένοι, μούτρα τούς κρατούσαν, αλλά δεν εγκατέλειψαν τον χώρο και θα επιστρέψουν στο μαντρί στις εθνικές εκλογές. Και για να μην ξεχνιόμαστε, συνέχισαν τα ίδια και μας πλάκωσαν καλοκαιριάτικα στους φόρους. Η βενζίνη έχει σειρά τώρα, τα κινητά, τα αυτοκίνητα, τα σκάφη κι οι ημιυπαίθριοι που έχουν το ζουμί. Κι ο προγραμματισμός ίδιος κι απαράλλαχτος. Ανύπαρκτος όπως πάντα. Όπου μας πάει κι όπου βγει. Γι’ αυτό και στις πρώτες πυρκαγιές βρεθήκαμε απροετοίμαστοι πάλι. Γιατί περίμεναν … βροχές και δεν φρόντισαν για ελικόπτερα. Αυτούς που απείχαν όμως τους περιμένουν να επιστρέψουν. Κούνια που τους κούναγε!

Στην αριστερά πάλι, εκεί να δεις γλέντια, σύντροφε Γρηγοράκη, που μου έκανες την τιμή να ασχοληθείς με το άρθρο μου. Και βέβαια δεν έχω σκοπό να αντιδικήσω μαζί σου. Συμφωνώ μ’ αυτά που γράφεις και επαυξάνω. Νικητές είναι. Αυτό τουλάχιστον ισχυρίζονται κι αφού αυτοί είναι ευχαριστημένοι με το αποτέλεσμα, εμένα δεν μου πέφτει λόγος. Μόνο που κάποια ερωτήματα, όσο νάναι, μου γεννιούνται. Αλήθεια, τι μπορεί να συμβαίνει όταν σε χαλαιπούς καιρούς ένα κόμμα που δήθεν υπερασπίζεται τον εργάτη, τον αδύναμο, τον κατατρεγμένο, αντί να κερδίζει οπαδούς χάνει; Δεν μπορεί. Δύο τινά συμβαίνουν. Ή ο αγώνας του είναι ατελέσφορος κι η επικοινωνία του με τον λαό προβληματική, ή μας πήραν χαμπάρι, κατά το κοινώς λεγόμενο. Η Νέα Δημοκρατία κυβερνά πέντε χρόνια τώρα, αν δεν κάνω λάθος, κι όχι το ΠΑΣΟΚ. Αυτή είναι η υπεύθυνη για την κατάντια μας κι αυτήν οφείλουμε να πολεμήσουμε. Κι όμως, περιέργως πώς, στου ΚΚΕ τα χείλη βρίσκεται μόνιμα η ίδια καραμέλα. ΠΑΣΟΚ πρώτα και Νέα Δημοκρατία μετά, προσφέροντάς της στήριξη επί της ουσίας και δίδοντας το δικαίωμα να το χαρακτηρίζουν άδικα (;) σαν τον αριστερό ψάλτη της κυβέρνησης.

Τέτοια και τόση εμμονή, συγχώρησέ με, αλλά μου δημιουργεί υποψίες. Τα ίδια και τα ίδια, το ίδιο παραμύθι καθημερινά κι ας τα βγάζει όλο και πιο δύσκολα ο μεροκαματιάρης κι ας ψάχνει εναγώνια από κάπου να πιαστεί. Ένα τοσοδά όραμα, μια σταλίτσα ελπίδα, ζητάει, αλλά πού; Γιατί εκεί, στον Περισσό, έχουν άλλα προβλήματα. Πώς να αποκαταστήσουν τον Στάλιν, για παράδειγμα, νοιάζονται, πώς να σωρεύσουν πλούτο στα ταμεία του κόμματος, αρνούμενοι κάθε έλεγχο, και να τον διοχετεύσουν, αλήθεια, πού; Στους αναξιοπαθούντες μήπως ή στις ασθενέστερες εισοδηματικά τάξεις; Κι ακόμη πώς να πληρώσουν τα ελάχιστα στους εργαζόμενους στις επιχειρήσεις τους, αφού κάνουν τάχα μου κομματική δουλειά, την ώρα που για τους άλλους εργαζόμενους διεκδικούν υπερβολικές αυξήσεις. Αυτά και άλλα πολλά δεν είναι δυνατόν σήμερα να περάσουν απαρατήρητα. Όλο και κάποιος, ο Πάγκαλος, ας πούμε, θα βρεθεί να τα επισημάνει, άγαρμπα πιθανώς, ή κάποιος δημοσιογράφος στα debate. Απάντηση χρειάζονται πειστική και όχι εκνευρισμούς και κραυγές περί αντικομμουνισμού και τα τοιαύτα, που εντέλει δεν φοβίζουν πια ούτε και στιγματίζουν όπως παλιά. Εκτός κι αν θεωρούν τους εαυτούς τους μόνους αλάθητους και άρα υπεράνω πάσης κριτικής. Είναι όμως;

Στον ΣΥΡΙΖΑ τα πράγματα πήραν, δυστυχώς, μια πιο δραματική τροπή, όπου φτώχεια και μουρμούρα, γι’ αυτό και δεν θα τα σχολιάσω. Ίσως το σοκ του εκλογικού αποτελέσματος τους βοηθήσει να βρουν τον δρόμο τους. Για το καλό της πολυφωνίας και του δημοκρατικού πολιτεύματος, φυσικά. Έτσι κι αλλιώς το μήνυμα ήταν ξεκάθαρο: δεύτερο ΚΚΕ δεν σηκώνει ο τόπος.

Στα του ΠΑΣΟΚ, τώρα. Ξαφνιάζει ευχάριστα η μετεκλογική συμπεριφορά του. Σαν να σοβάρεψε ξαφνικά. Πορεύεται χωρίς πανηγυρισμούς και τυμπανοκρουσίες και δείχνει να έχει στρωθεί στη δουλειά. Αυτό ίσως κάτι υποδηλώνει. Αρκεί να μην επαναπαυτούν γιατί αυτή την ώρα ο λαός «την πάσα ελπίδα» του σ’ αυτούς την έχει αποθέσει και είναι κρίμα να γελαστεί ξανά.

Τώρα, όσον αφορά την ταπεινότητά μου, δεν το έκρυψα ποτέ πως είμαι μέλος του ΠΑΣΟΚ, κι από τα πιο παλιά μάλιστα, γι’ αυτό και δεν χρειάζεται να δίνω εξετάσεις ή να προσπαθώ να περάσω την όποια βάση. Αυτό δεν σημαίνει βέβαια σε καμιά περίπτωση πως δεν βλέπω τα στραβά και τα ανάποδα και πως δεν τα επισημαίνω. Άλλωστε όταν χρειάστηκε να διαχωρίσω τη θέση μου από το Σημιτικό ΠΑΣΟΚ, το έκανα χωρίς να φοβηθώ κανένα και χωρίς να υπολογίσω κόστος και συνέπειες.

Τετάρτη, Ιουνίου 10, 2009

Μήνυμα χωρίς αποδέκτη;

Έκλεισαν οι κάλπες, άδειασαν, και γέμισαν τα μεγάλα τραπέζια με μικρά άψυχα χαρτάκια, τα ψηφοδέλτια, που έμειναν στοιβαγμένα και ταξινομημένα κατά κόμμα και κομματίδιο. Μόνο που…, μόνο που κάτι δεν πήγαινε καλά στην όλη ιστορία. Λίγα, τα μισά σχεδόν απ’ όσα θα έπρεπε να είναι, βρέθηκαν. Πώς λέμε «εμετρήθης, εζυγίσθης και ευρέθης…», λειψός! Ε, κάπως έτσι, λειψά ήταν και τα χαρτάκια, τα άψυχα, και αντίστοιχα πολλά, πάρα πολλά, τα ονόματα στους εκλογικούς καταλόγους, που δεν είχαν πάνω τους τραβηγμένη τη γραμμή, σημάδι πως ο κάτοχός τους δεν είχε μπει στον κόπο, δεν είχε κάνει την τιμή, τέλος πάντων, να ασκήσει το υπέρτατο δημοκρατικό του δικαίωμα, να ψηφίσει δηλαδή, κατά το κοινώς λεγόμενο, το κόμμα της αρεσκείας του. Τι κι αν επρόκειτο για ευρωεκλογές! Τι κι αν άμεσα δεν θ’ άλλαζε η μοίρα του, ούτε ο τρόπος ζωής του, αφού αντιπροσώπους για την Ευρωβουλή επρόκειτο να εκλέξει κι όχι κυβέρνηση. Κι όμως όλα είχαν αποκτήσει ξαφνικά ένα ενδιαφέρον παράταιρο κι είχαν πάρει μια τροπή που μόνο σαν δραματική θα μπορούσε να τη χαρακτηρίσει.

Η αλήθεια είναι πως η ζωή του τα τελευταία χρόνια πήγαινε από το κακό στο χειρότερο. Κάτι η ανικανότητα και η έλλειψη προγραμματισμού, κάτι η συγκυρία, διεθνής κρίση και τέτοια, κάτι τα σκάνδαλα που πριν χωνέψει καλά καλά το ένα ξεσπούσε το άλλο, κάτι που έπρεπε συνέχεια να βάζει το χέρι στη τσέπη για να πληρώνει της κακοδιαχείρισής τους το τίμημα, είχε περιπέσει από την οργή και τον δίκαιο θυμό, σε μια αποχαύνωση και μια αδιαφορία τέτοια, που κι ο ίδιος δεν αναγνώριζε τον εαυτό του. Πού οι εποχές που χαλούσε τον κόσμο με το παραμικρό, που συμμετείχε αγωνιστικά σε συγκεντρώσεις και διαμαρτυρίες, που έπαιρνε μέρος σε απεργίες και συλλαλητήρια! Τώρα τίποτα απ’ αυτά δεν τον συγκινούσε. Είχε μαζευτεί στο καβούκι του, κοίταζε τη δουλίτσα του, όσο την είχε κι αυτή, τίναζε και καμιά Χριστοπαναγία πότε πότε κι αυτό ήταν όλο. Έτσι, μόνο από κάπου στο βάθος, αχνά, έφταναν στ’ αυτιά του οι κραυγές και τα απροσδιόριστης έντασης επιχειρήματα, ανακατεμένα με φωνασκίες, που στόχο είχαν τον εντυπωσιασμό και μόνο. «Κλείσατε τη Βουλή, επιλέξατε την παραγραφή, αφήνετε ατιμώρητους όσους ευθύνονται», κραύγαζε το ΠΑΣΟΚ, «εσείς κάνατε χειρότερα, το σκάνδαλο της Siemens είναι δικό σας», και τα λοιπά και τα λοιπά, απαντούσε αυθάδικα η κυβέρνηση.

Στο δικό της μοτίβο η Αριστερά με το ΚΚΕ να σηκώνει την παντιέρα της ανυπακοής, να τα χάνει με τον Γερμανό και τους χαμηλούς μισθούς που πληρώνει σ’ αυτούς που εργάζονται στις επιχειρήσεις του, κι όταν του τα επισημαίνουν, να αντιδρά σπασμωδικά, μιλώντας, τάχα μου, για προβοκάτσιες και αντικομμουνιστικές μανίες και τον ΣΥΡΙΖΑ αφ’ υψηλού κριτή και αρνητή των πάντων μ’ αυτό το αυθάδικο, το αλανιάρικο, ύφος του Αλαβάνου που τσάκιζε κόκαλα. Στον δικό τους ρυθμό, ακολουθώντας τους μεγάλους, εξέπεμπαν και τα μικρότερα κόμματα υστερία και πάθος κενό. Όλα στη μάχη της επικοινωνίας και του εύκολου εντυπωσιασμού. Ποιος να φωνάξει πιο πολύ, ποιος να καταγγείλει πρώτος τους άλλους, τα ζύγια πήραν και τα μετράδια για να βρουν ποιος έκλεψε τα περισσότερα και τέλος, μέσα στην αναμοχλευόμενη μπόχα, ποιος να πολώσει και ποιος να φανατίσει περισσότερο.

Κυριακή 7 Ιουνίου, της Πεντηκοστής και Θεοδότου Αγκύρας, κατά το ημερολόγιο. Παραμονή του Αγίου Πνεύματος που είθισται, λέει, με την επιφοίτησή του να φωτίζει τα μυαλά. Πανσέληνος και ο ήλιος μάς είχε κάνει την τιμή να ανατείλει από τις έξι και τρία πρώτα λεπτά. Η μέρα έξω ήταν χαρά Θεού. Και η θάλασσα γαλήνια, στο χρώμα τ’ ασημιού, ξελογιάστρα. Αποβραδίς είχαν στηθεί οι κάλπες και οι κομματικοί στρατοί, όσοι κινητοποιήθηκαν τελικά, είχαν αποθέσει τα όπλα τους. Οι πολιτικοί αρχηγοί είχαν δώσει τον καλύτερό τους εαυτό προκειμένου να πείσουν τον παντοδύναμο, αυτή τη μέρα, Λαό να πάει να ψηφίσει. Η αλήθεια είναι πως μια έγνοια την είχε κι ας ήταν πραγματικά παραζαλισμένος. Ακόμη άκουγε στ’ αυτιά του τα έωλα επιχειρήματα και έβλεπε ολοζώντανους στα μάτια του τους παπαγάλους που επιστράτευσαν να πετούν αλαφιασμένοι κρώζοντας «Καταστροφή, καταστροφή, φόροι, φόροι, κι άλλοι φόροι» στην προσπάθειά τους να διακωμωδήσουν τη δεινή θέση που είχε περιέλθει από την πιο άθλια διακυβέρνηση που γνώρισε ποτέ αυτός ο τόπος. Μεταπολιτευτικά τουλάχιστον.

Ήταν θυμωμένος. Πολύ όμως. Το αίμα μέσα του έβραζε. Με μεγάλη προσπάθεια συγκρατούσε την οργή που αισθανόταν να τον πλημμυρίζει.

«Θα πάω», σκεφτόταν, «και θα τους μαυρίσω ή καλύτερα θα γεμίσω την κάλπη με σκατά για να μάθουν οι κερατάδες».

Κάπου εκεί άρχισε να το ξανασκέφτεται πιο ψύχραιμα.

«Κι ύστερα;» αναρωτήθηκε. «Να πάω να ψηφίσω για να φύγουν τούτοι και να ’ρθουν ποιοι; Να μου κάνουν τι στο τέλος τέλος έτσι ρημάδι που κατάντησαν τη χώρα; Εγώ ελπίδα έτσι κι αλλιώς, δεν έχω, δεν πάνε να κόψουν τα κεφάλια τους, οι αλήτες!»

Και να δεις που αυτή, η δεύτερη σκέψη, επικράτησε, έβαλε το μαγιό του, και στα μουντά εκλογικά κέντρα μάταια τον περίμεναν. Και το βράδυ, σαν τέλειωσε η καταμέτρηση, νικητής αναδείχτηκε αυτός. Αυτός που δεν πήγε. Η ΑΠΟΧΗ και πάσης Ελλάδος με ένα σαράντα επτά κόμα τόοοσο, με το συμπάθιο.

Το αποτέλεσμα της κάλπης ήταν σοφό κι ας τον υποτιμούσαν κάποιοι τον Λαό μας κι ας τον οικτίριζαν. Την τιμώρησε την κυβέρνηση σκληρά. Την έστειλε σεμνά και ταπεινά εκεί, εκεί, στη β’ Εθνική φορτωμένη με τέσσερα και κάτι μπαλάκια. Και παράλληλα ψαλίδισε τα φτερά του πρώτου, του ΠΑΣΟΚ, αφού παρά τη μεγάλη διαφορά και την αδιαμφισβήτητη νίκη του, πήρε σημαντικά λιγότερες ψήφους από αυτές που είχε πάρει όταν έχασε. Τέτοια ψυχανωμαλία ο σοφός λαός! Από κει κι ύστερα το Χάος. Το ΚΚΕ έτσι κι αλλιώς στον κόσμο του ήταν και εκεί εξακολουθεί να βρίσκεται, αφού θεωρεί νικητή τον εαυτό του κι ας του γύρισαν την πλάτη κάπου 150.000 απ’ αυτούς που το είχαν ψηφίσει στις προηγούμενες εκλογές. Ο ΣΥΡΙΖΑ πάλι, πήρε κάτι παραπάνω από αυτό που του άξιζε και ο μόνος που έχει λόγους να πανηγυρίζει, όσο κι αν πρέπει να μας προβληματίζει αυτό, είναι ο Καρατζαφέρης. Α, κι οι Οικολόγοι-Πράσινοι που μέσα στην αναμπουμπούλα τσίμπησαν ένα αξιοπρεπές 3,4% κι έβγαλαν ευρωβουλευτή.

Οι ψηφοφόροι τελικά το έστειλαν, για άλλη μια φορά, το μήνυμα. Σοφό και μελετημένο. Το ερώτημα είναι: Οι άλλοι το πήραν; Και καλά της κυβέρνησης. Αυτοί το παιχνίδι το έχουν χάσει προ πολλού κι ο δρόμος που έχουν διαλέξει είναι αδιέξοδος, χωρίς επιστροφή. Το ζητούμενο είναι αν το πήρε το ΠΑΣΟΚ, που πρέπει τώρα να βάλει τα δυνατά του για να πείσει πως πράγματι θέλει και μπορεί να δώσει ελπίδα στον δύσμοιρο Έλληνα. Να τον κάνει κοινωνό των προβλημάτων και να τον παρακινήσει ν’ ανασκουμπωθεί πρώτα για να δώσει την τελική μάχη κι ύστερα να παλέψει για να τα βγάλει πέρα.