Κραχ ονομάζεται η στάση πληρωμών που συνοδεύεται από πανικό. Κι όταν μιλούμε για κραχ, όλων η μνήμη γυρίζει στην εφιαλτική 24η Οκτωβρίου του 1929, την επιλεγόμενη «Μαύρη Πέμπτη» που τίναξε στον αέρα την Wall Street, παρέσυρε στην άβυσσο την αμερικάνικη οικονομία και μαζί της τράβηξε στον όλεθρο και το χάος τον κόσμο ολόκληρο. Αξίζει νομίζω να πούμε δυο λόγια για το τι έγινε τότε.
Το 1929 ξεκινούσε με τις καλύτερες προοπτικές. Ήταν μια ακόμη χρονιά της δεκαετίας που οι ΗΠΑ ζούσαν το όνειρο, καθισμένες αναπαυτικά πάνω σ’ ένα σύννεφο οικονομικής ευημερίας και τεχνολογικής προόδου. Στις εκλογές της 4ης Μαρτίου της ίδια χρονιάς, Πρόεδρος είχε αναδειχθεί ο Χέμπερτ Χούβερ και η παρατήρησή του πως «οι Ηνωμένες Πολιτείες βρίσκονται τόσο κοντά στον τελικό θρίαμβο επί της φτώχειας όσο καμιά χώρα δεν είχε βρεθεί ποτέ στο παρελθόν», μόνο σαν μεγάλα, κούφια λόγια δεν θεωρήθηκε. Αντίθετα, ήταν μια μάλλον μετριοπαθής περιγραφή αυτού που πίστευαν και ζούσαν όλοι. Το ηλεκτρικό ρεύμα γινόταν μαζικό αγαθό, η χρήση του αυτοκινήτου γενικευόταν και τα νοικοκυριά εξοπλιζόντουσαν με ραδιόφωνα και οικιακές συσκευές (πλυντήρια-ψυγεία-ηλεκτρικές σκούπες κλπ), αγαθά που μόνο στη φαντασία τους υπήρχαν μέχρι τότε.
Κάποιους μήνες αργότερα, στις 3 Σεπτεμβρίου, ο δείκτης Dow Jones του χρηματιστηρίου της Νέας Υόρκης έκανε ιστορικό ρεκόρ ανόδου, φτάνοντας αισίως τις 381,17 μονάδες. Είχε ακολουθήσει μια ξέφρενη πορεία που τον είχε οδηγήσει σ’ αυτά τα δυσθεώρητα ύψη από τα χαμηλά των 40 μονάδων που βρισκόταν το 1921. Στο διάστημα αυτό είχε δημιουργηθεί μια νέα τάξη εκατομμυριούχων που κερδοσκοπούσαν με την αγοραπωλησία μετοχών. Κανείς και τίποτα δεν ήταν ικανό να ανακόψει τη φρενίτιδα που είχε καταλάβει τις μεσαίες, κυρίως, τάξεις. Ούτε βέβαια η Ομοσπονδιακή Τράπεζα που ανεβάζοντας τα επιτόκια προσπαθούσε να βάλει φρένο στην εντεινόμενη δίψα για κερδοσκοπία.
Την ίδια ώρα που η Ευρώπη παρακολουθούσε εκστασιασμένη το οικονομικό θαύμα που βρισκόταν σε εξέλιξη στην αντίπερα του Ατλαντικού μεγάλη χώρα, οι Αμερικάνοι είχαν επιδοθεί στην, πέραν και εκτός των δυνατοτήτων τους, κατανάλωση. Ξόδευαν ασυλλόγιστα και αγόραζαν τα πάντα. Μόνο που όλα αυτά στηριζόντουσαν σ’ έναν πολύ εύθραυστο, όπως αποδείχτηκε εκ των υστέρων, μηχανισμό.
Μέσα σε κλίμα γενικής ευφορίας ο κόσμος σπαταλούσε χρήματα που δεν είχε και δανειζόταν συνεχώς, υπολογίζοντας πως εύκολα θα καλύψει τις υποχρεώσεις του από τα κέρδη του χρηματιστηρίου. Είχε φτάσει στο σημείο το 85% των επίπλων και το 80% των φωνογράφων, για παράδειγμα, να έχουν αγοραστεί με δάνεια.
Ο παροξυσμός του εύκολου και γρήγορου πλουτισμού είχε καταλάβει τους πάντες. Επιχειρηματίες, μικροϋπάλληλοι, εργάτες, οδηγοί, ακόμη και καθαριστές γραφείων ή στιλβωτές είχαν παραδοθεί αμαχητί. Το μόνο τους μέλημα ήταν πώς να στήσουν αυτί ή να συλλέξουν πληροφορίες για το «καλό χαρτί», αυτό που θα τους απέδιδε τα μεγαλύτερα κέρδη και θα τους έβγαζε μια και καλή από τη μιζέρια. Και βέβαια πρόθυμοι χρηματιστές από κοντά, τους αφιόνιζαν και τους έδιναν τη δυνατότητα να ρισκάρουν το 10πλάσιο των όσων διέθεταν. Ελάχιστες ψύχραιμες φωνές που ακουγόντουσαν σποραδικά αντί για σύνεση και προβληματισμό επέσυραν την απαξίωση και τη λοιδορία. Λέγεται πως ο Joseph Kennedy, ο πατέρας του κατοπινού Προέδρου, πούλησε τα πάντα και γλίτωσε την καταστροφή όταν ο λούστρος που του γυάλιζε τα παπούτσια τού μίλησε για «σίγουρο χαρτί».
Τελικά το αναπόφευκτο συνέβη στις 24 του Οκτώβρη. Την άνοδο ακολούθησε βίαιη πτώση και την πτώση γενικευμένος πανικός. Επικράτησε το απόλυτο χάος. Τα υπόλοιπα είναι λίγο πολύ γνωστά. Η καταστροφή ήταν ολοκληρωτική. Κολοσσοί κατέρρευσαν σαν τραπουλόχαρτα, μεγαλόσχημοι επιχειρηματίες και γνωστοί τραπεζίτες, πάνω στην απελπισία τους, πηδούσαν από τα παράθυρα και τον άκρατο καταναλωτισμό διαδέχτηκε η φτώχεια και η εξαθλίωση. Η ύφεση που ακολούθησε ήταν επώδυνη και μακρόχρονη. Η βιομηχανική παραγωγή έπεσε κατά 50%, το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν μειώθηκε κατά 80% και ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε από 2 σε 15 εκατομμύρια. Ουρές ατέλειωτες ανθρώπινων σκιάχτρων εκλιπαρούσαν τώρα πια για ένα πιάτο σούπα στα συσσίτια που είχαν στηθεί.
Στην Ελλάδα οι επιπτώσεις ήταν καταλυτικές. Εκτός των άλλων έθεσαν τέλος στην πολιτική σταδιοδρομία του Ελευθερίου Βενιζέλου και ήταν αυτές που οδήγησαν σε βίαιες κοινωνικές αναταραχές στα όρια γενικευμένης εξέγερσης. Η άνοδος του φασισμού ήταν φυσικό επακόλουθο. Στην Ελλάδα ο Μεταξάς, στη Γερμανία ο Χίτλερ, στην Ιταλία ο Μουσολίνι. Εντωμεταξύ τα σύννεφα του πολέμου πύκνωναν απειλητικά. Άλλωστε στα κύρια αίτια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου συγκαταλέγεται το Κραχ του 1929.
Σήμερα μια απρόβλεπτων διαστάσεων παγκόσμια οικονομική κρίση βρίσκεται σε εξέλιξη. Η παγκοσμιοποιημένη οικονομία έχει βρεθεί εγκλωβισμένη στα αδιέξοδα που η ίδια δημιούργησε. Το πρόσκαιρο οικονομικό θαύμα καταρρέει και στα μεγάλα χρηματιστήρια, από τη Δύση μέχρι την Άπω Ανατολή, επικρατεί πανικός. Τραπεζικοί κολοσσοί, ασφαλιστικοί οργανισμοί και επενδυτικοί οίκοι απαξιώνονται εν μια νυκτί, θύματα των golden boys, αυτών των σοβαροφανών γιάπηδων με τα γκρι κοστούμια, το περισπούδαστο ύφος, τα ακριβά γούστα και τα γιγαντιαίων διαστάσεων bonus.
Το πρόβλημα που εμφανίστηκε δειλά στην αρχή υποτιμήθηκε, θεωρήθηκε μικρό και εύκολο στην αντιμετώπισή του. Όμως το μέγεθός του, ακόμη και σήμερα, είναι άγνωστο γιατί δεν έχει κατανοηθεί πλήρως και ως εκ τούτου δεν έχει αποτιμηθεί. Όλα ξεκίνησαν αφελώς. Οι τράπεζες εθισμένες στα συνεχώς αυξανόμενα κέρδη, έδιναν αφειδώς στεγαστικά δάνεια χωρίς την παραμικρή εξασφάλιση. Στη συνέχεια τα τιτλοποιούσαν και πάνω τους στήριζαν διαφόρων ειδών επενδυτικά προϊόντα, μια μορφή των οποίων είναι και τα γνωστά μας δομημένα ομόλογα. Μόνο που αυτά στην πορεία αποδείχτηκαν ιδιαίτερα τοξικά. Όταν οι τιμές πήραν την ανηφόρα και εκτινάχτηκε απότομα το κόστος ζωής λόγω της ανόδου της τιμής του πετρελαίου, η φούσκα έσκασε με θόρυβο παταγώδη. Οι δανειολήπτες αδυνατούσαν να εξυπηρετήσουν τα δάνεια κι οι τράπεζες να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους. Κάποιες εξαγοράστηκαν όσο-όσο και κάποιες απλά έβαλαν λουκέτο. Το ντόμινο ωστόσο μόλις είχε αρχίσει. Σήμερα τα χρηματιστήρια βυθίζονται, αξίες εκμηδενίζονται και κράτη όπως η Ισλανδία, βρίσκονται αντιμέτωπα με τη χρεοκοπία.
Έφτασε το τέλος του καπιταλισμού; Αυτό είναι ένα ερώτημα που βασανίζει όλο και περισσότερους. Οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων δείχνουν να τα έχουν προς το παρόν χαμένα, αφού το μέτρο της συνεχούς χρηματοδότησης του συστήματος αδυνατεί να δώσει τέλος στην κρίση. Οι σπασμωδικές τους κινήσεις επιτείνουν το πρόβλημα και έντρομοι εγκαταλείπουν άρον-άρον τον άκρατο νεοφιλελευθερισμό στον οποίο ήταν δογματικά προσηλωμένοι και θέτουν σ’ εφαρμογή μέτρα που μέχρι τώρα αποκήρυτταν μετά βδελυγμίας. Τον κρατικό παρεμβατισμό δηλαδή και τις κρατικοποιήσεις. Με τα λεφτά των φορολογουμένων βεβαίως, βεβαίως. Γιατί τις ζημιές πρέπει να τις επιμεριστούν οι πολλοί ενώ τα άνομα κέρδη λίγοι. Θα επιτύχουν τον στόχο τους; Κανείς δεν το γνωρίζει αυτή την ώρα. Για τον άνθρωπο βέβαια δεν νοιάζεται κανείς τους. Για τους νεοάστεγους και τους νεόπτωχους που δημιούργησαν δεν υπάρχει έλεος. Για τις τράπεζες γίνονται όλα και γι’ αυτούς που δημιούργησαν την κρίση, γιατί «το σύστημα» πρέπει πάση θυσία να διασωθεί.
Εδώ στην Ελλάδα τα πράγματα δείχνουν να είναι κάπως καλύτερα. Ίσως και να μας λυπήθηκε ο Θεός. Ίσως πάλι να ήμασταν τυχεροί μέσα στην καντεμιά που μας δέρνει γενικότερα. Το σκάνδαλο των ομολόγων που ξέσπασε έγκαιρα μας προφύλαξε από τα χειρότερα. Άκουγα χθες τον υπουργό οικονομίας να δηλώνει περίπου ευτυχής. Το ξεκαθάρισε πάντως. Η πολιτική του δεν αλλάζει. Την ώρα που ακόμη κι οι αμερικάνοι μιλούν για την ανάγκη φοροελαφρύνσεων και για ενίσχυση των ασθενέστερων τάξεων, εμείς επιμένουμε σε μια αδιέξοδη πολιτική βασισμένη στην αφαίμαξη. Η κρίση, κρίση δηλαδή και οι φόροι, φόροι.
Άντε, κι όπου βγει!
Δευτέρα, Οκτωβρίου 13, 2008
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Εφημερίδα "Τα Νέα" 15-10-2008
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://www.tanea.gr/default.asp?pid=2&ct=4&artid=1404392
Η Φοίβη Αθηναίου έγραψε:
Τέλος ή... νέα τέλη;
Αγαπητή Φοίβη,
Έφτασε το τέλος του καπιταλισμού; Αυτό είναι ένα ερώτημα που βασανίζει όλο και περισσότερους. Οι αρχηγοί κρατών και κυβερνήσεων δείχνουν να τα έχουν προς το παρόν χαμένα, αφού το μέτρο της συνεχούς χρηματοδότησης του συστήματος αδυνατεί να δώσει τέλος στην κρίση. Οι σπασμωδικές τους κινήσεις επιτείνουν το πρόβλημα και έντρομοι εγκαταλείπουν άρον άρον τον άκρατο νεοφιλελευθερισμό, στον οποίο ήταν δογματικά προσηλωμένοι και θέτουν σ΄ εφαρμογή μέτρα που μέχρι τώρα αποκήρυτταν μετά βδελυγμίας. Τον κρατικό παρεμβατισμό δηλαδή και τις κρατικοποιήσεις. Με τα λεφτά των φορολογουμένων βεβαίως, βεβαίως. Γιατί τις ζημιές πρέπει να τις επιμεριστούν οι πολλοί, ενώ τα άνομα κέρδη οι λίγοι. Θα επιτύχουν τον στόχο τους; Κανείς δεν το γνωρίζει αυτή την ώρα. Για τον άνθρωπο βέβαια δεν νοιάζεται κανείς τους. Για τους νεοάστεγους και τους νεόπτωχους που δημιούργησαν, δεν υπάρχει έλεος. Για τις τράπεζες γίνονται όλα και γι΄ αυτούς που δημιούργησαν την κρίση, γιατί «το σύστημα» πρέπει πάση θυσία να διασωθεί.
Εδώ στην Ελλάδα τα πράγματα δείχνουν να είναι κάπως καλύτερα. Ίσως και να μας λυπήθηκε ο Θεός.
Ίσως πάλι να ήμασταν τυχεροί μέσα στην γκαντεμιά που μας δέρνει γενικότερα. Το σκάνδαλο των ομολόγων που ξέσπασε έγκαιρα, μας προφύλαξε από τα χειρότερα.
Άκουγα χθες τον υπουργό Οικονομίας να δηλώνει περίπου ευτυχής. Το ξεκαθάρισε πάντως. Η πολιτική του δεν αλλάζει. Την ώρα που ακόμη και οι Αμερικανοί μιλούν για την ανάγκη φοροελαφρύνσεων και για ενίσχυση των ασθενέστερων τάξεων, εμείς επιμένουμε σε μια αδιέξοδη πολιτική βασισμένη στην αφαίμαξη. Η κρίση, κρίση δηλαδή και οι φόροι, φόροι.
Άντε, κι όπου βγει!
Νίκος Ντακάκης, Ρέθυμνο
"Οι ασθενέστερες τάξεις προφανώς μπορούν να περιμένουν, μπροστά στον Μεγάλο Ασθενή, τις τράπεζες. Τώρα που το λέω, όμως, δεν μπορώ, θα προσθέσω κι αυτό: καλά, τόσα χρόνια δεν μας έλεγαν ότι είχαν εκπληκτική κερδοφορία; Έτσι εύκολα καταρρέουν;"