Τετάρτη, Ιανουαρίου 20, 2021

Κορωνοϊός

Θερίζ' ο κορωνοϊός κι εδώ, στη γειτονιά μας, φταίνε οι άλλοι, σίγουρα, φταίει κι η αφεντιά μας. Τα μέτρα μόνο στα χαρτιά, λόγια πολλά κι αστεία, που κάνουν την περίπτωση να φαίνεται γελοία. Αστυνομίες, εκατό, ποθές, ούτε για δείγμα, να ρίξουν κάνα πρόστιμο, να δώσουνε το στίγμα. Ελεύθεροι και ρέμπελοι, άραγες τι μας λείπει; Ας κάνουμε και ρεβεγιόν... τριάντα σ' ένα σπίτι. Καλά, ο άλλος σε καλεί σε βίλα, σε μετόχι, του λόγου σου γιάντα δε λες ένα παντέρμο όχι; Και να τα κρούσματα μετά, εφτά κι οχτώ, αν λάχει, με πυρετό, με δύσπνοια, δεν είν' απλό συνάχι. Γεμίσαν οι εντατικές, σωρό οι ποθαμένοι κι όσοι τη σκαπουλάρανε ακόμη 'ναι χεσμένοι. Το χάρο με τα μάτια τους είδαν το δίχως άλλο κι εδά το διπλοσκέφτονται να κάμουν ένα ζάλο. Φταίνε οι άλλοι, δυστυχώς, ακόμη κι οι παπάδες, που στήσανε αντάρτικο μαζί με δεσποτάδες. Το πού θα ρίξουν τον σταυρό το κάμαν μέγα θέμα, λες κι αν τον ρίχναν στα χωστά θα έμοιαζε με ψέμα. Φταίνε οι άλλοι, είπαμε, μαζί κι η γκαντεμιά μας, αλλά κι εμείς γυρεύομε να βρούμε τον μπελά μας.

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 19, 2011

Το πιο σύντομο ανέκδοτο

Το τελευταίο με τον Τοτό το ακούσατε; Όχι. Μην τρομάξετε! Προς Θεού! Δεν πρόκειται να το ρίξω στα ανέκδοτα τώρα. Ούτε η ώρα το σηκώνει, ούτε όρεξη έχω, εδώ που τα λέμε.
Διάθεση; Πού να τη βρω, βρε παιδιά; Μέσα στη μαυρίλα τη μαύρη είμαι, όπως και οι περισσότεροι, νομίζω. Και την τσαντίλα. Και την αγανάκτηση. Τότε προς τι οι αστεϊσμοί, θα με ρωτήσεις, και με το δίκιο σου βέβαια, φίλε αναγνώστη.
Μα δεν κάνω καλαμπούρι. Σοβαρά μιλώ. Σοβαρότατα. Όσο δεν παίρνει άλλο. Να, φιλάω σταυρό, μεγάλη η χάρη Του, αν δεν με πιστεύεις. Όμως το άκουσα και ξεράθηκα στα γέλια. Κι αφού γέλασα με την ψυχή μου, είπα να μην σου το στερήσω κι εσένα, μπας και σκάσει λίγο γέλιο στο χείλι σου, το πικραμένο. Τέρμα τα μέτρα, λέει. Ό,τι πάρθηκε, πάρθηκε και ό,τι μπήκε, μπήκε. Αλλά μέχρι εδώ. Διότι …και τα λοιπά και τα λοιπά.
Κι εσύ το πίστεψες; θα με ρωτήσεις. Μα έτσι είναι τα ανέκδοτα, σου απαντώ. Να λέμε και καμιά βλακεία πότε πότε για να περνά η ώρα.
Εδώ φορολογήθηκε ό,τι τρώγεται, ό,τι πίνεται, ό,τι μυρίζει. Κι αν δεν μυρίζει, πάλι δεν πειράζει. Πρέπει να πληρώσει φόρο γιατί είναι άοσμο. Έτσι, για να μάθει. Ό,τι αναπνέει, ό,τι ζει, ό,τι κινείται. Κι αν δεν κινείται και παριστάνει το ντουβάρι, έ, τότε είναι που πρέπει να του αλλάξουμε τα φώτα. Και να τα ΕΤΑΚ και να οι εισφορές και δεν συμμαζεύεται. Ρεύμα ήθελες, κορόιδο; Πλήρωνε τώρα και μην διαμαρτύρεσαι. Δεν σου έφτανε η λάμπα και το λυχνάρι, μου ήθελες και μεγαλεία! Ου, να μου χαθείς, χαχόλε! Έκανες το λάθος και άνοιξες μαγαζάκι; Ε, τότε ποιος σου φταίει; Που μου ονειρευόσουνα να το παίζεις μεγάλος και τρανός επιχειρηματίας! Άρπαξε τώρα ένα ΦΠΑ 23% να έχεις να πορεύεσαι. Και λίγα σου παίρνει. Να σου έβαζε ένα 40 με 50%, να το καταλάβω. Αλλά με κάτι ψιλά για περαιώσεις, τεκμήρια, φόρο επιτηδεύματος και ΦΠΑ 23% μόνο; Και διαμαρτύρεσαι; Ε, εσύ δεν τρώγεσαι με τίποτα!
Ο άλλος πάλι, ο υπάλληλος, πώς την είδε τη δουλειά; Που γέμισαν μέχρι και τα πατάρια από δαύτους. Να κάθονται αυτοί, να πληρώνουμε εμείς. Ε, όχι, φίλε μου. Πάρε τώρα μια μείωση μισθού, ένα πετσόκομμα στα επιδόματα, ένα ενιαίο μισθολόγιο και μια εφεδρεία στο τέλος τέλος, να δεις τι εστί βερίκοκο. Θα μπορούσα να γράψω και για τον συνταξιούχο, αλλά εκεί, πέραν ορισμένων κραυγαλέων εξαιρέσεων, το πράγμα πονεί και δεν κάνει.
Αυτή είναι μέσες άκρες η κατάσταση σήμερα. Πάει, νέκρωσε η αγορά. Εξαφανίστηκε το ρευστό, πανάθεμάτο, και πού να το βρεις! Κι από πάνω οι εγκέφαλοι να σε έχουν συνέχεια στο πού σε πονεί και πού σε σφάζει. Με το μαλακό κάποιες φορές. Να σε ρίξουν στο φιλότιμο και να σε φέρουν στην ανάγκη να πεις αν είναι για το κοινό καλό, ας πάει και το παλιάμπελο. Μα πριν συνέλθεις, χραπ! έρχεται η ανάποδη κατραπακιά και χάνεις τον κόσμο. Άγρια αυτή τη φορά. Με απειλές και με φοβέρες. Δεν φτάνουν τα αυτόφωρα –από 5000 ευρώ και πάνω, λέει, την έχεις σίγουρη τη φυλάκα- αλλά κινδυνεύεις και από κατασχέσεις και από διακοπή ρεύματος. Έχεις δεν έχεις να πληρώσεις. Φταις δεν φταις για την κατάντια.
Από την άλλη πάλι βρες μου εσύ τη λύση. Που έφτασε το Δημόσιο Χρέος στον Θεό, για έλλειμμα… άστο καλύτερα, και οι κουτόφραγκοι βαρέθηκαν το δώσε δώσε και το δούλεμα τόσων χρόνων και απαιτούν συμμάζεμα εδώ και τώρα. Στο ξεχαρβαλωμένο Δημόσιο, στο αίσχος των ΔΕΚΟ, στη ρεμούλα και την αρπαχτή, την ξεδιάντροπη φοροδιαφυγή, τον ωχαδερφισμό και δεν συμμαζεύεται. Θα με ρωτήσεις πάλι, και γιατί τώρα; Αφού αυτό το ρημάδι το Κράτος πάντα ζούσε με δανεικά. Από το χίλια οχτακόσα τόσα. Από την πρώτη τουφεκιά της Επανάστασης. Και δώστου μετά πτώχευση, χρεοκοπία, παύση πληρωμών και πάμε πάλι από την αρχή. Τι τους την έδωσε έτσι στα ξαφνικά, μας πήραν το κατόπι και μας άλλαξαν τον αδόξαστο; Έτσι τους κάπνισε, πού να ξέρω κι εγώ τι γίνεται, αφού ως γνωστόν, άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου.
Και η Κυβέρνηση πάλι, τι κάνει; Γιατί δεν αντιστέκεται, αλλά χορεύει στον ρυθμό που της παίζουν; Τι να κάνει κι αυτή, η δόλια! Που μέχρι να καταλάβει τι της ξημέρωσε, βρέθηκε με την πλάτη στον τοίχο. Όχι, πείτε μου, πέρασε μια μέρα που να πει δόξα σοι ο Μεγαλοδύναμος; Ούτε ώρα. Με το που ανέλαβε έπεσε μέσα στον λάκκο με τα σκ…, φτου πιπέρι στο στόμα σου, που λες τέτοιες κουβέντες πρωινιάτικα. Ναι, αλλά προεκλογικά άλλα έλεγε. Πως θα κάνει, πως θα ράνει. Μέχρι το περιβόητο πως λεφτά υπάρχουν, είπε. Και λοιπόν; Και να έβλεπε το χάλι, και να της το έλεγαν, το πίστευε; Το πίστευες εσύ, εγώ, ο παραπέρα; Κόλπα κάνουν, λέγαμε, για να τρομοκρατήσουν τον κόσμο και να περάσουν τα μέτρα τα αντιλαϊκά. Μόνο που αυτή τη φορά ήταν αλήθεια. Μπορεί να υποτίμησε τον κίνδυνο. Μπορεί να καθυστέρησε να αντιδράσει, να πήρε λάθος μέτρα, μπορεί να έκανε λάθη, πολλά μπορεί. Όμως έχει μόνο δύο δρόμους να τραβήξει. Ο ένας λέει σκάσε και παίρνε μέτρα και ο άλλος να βαρέσει ένα κανόνι που να ακουστεί ίσαμε τα πέρατα της οικουμένης.
Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα, δηλαδή. Καλώς ή κακώς διάλεξε τον πρώτο δρόμο. Και βάζει φόρους, τέλη και εισφορές, ων ουκ έστιν αριθμός. Και κόβει συντάξεις και μισθούς. Από τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας και τον Πρωθυπουργό μέχρι τον φουκαρατζίκο των 500 ευρώ. Και τρέχει και ζορίζεται και πάει μπρος πίσω, μπας και τα καταφέρει. Θα πετύχει; Άγνωσται αι βουλαί του Κυρίου και της Μέρκελ, βασικά. Και να πεις πως φταίει; Σ’ αυτό κι αν έχει δίκιο! Μπορεί να ευθύνεται η Δεξιά του Κυρίου, μπορεί το ΠΑΣΟΚ συνολικά και ειδικά η εποχή του δήθεν εκσυγχρονισμού του Σημίτη, αλλά όχι αυτή που κλήθηκε να διαχειριστεί τα ασυμμάζευτα. Που αγωνίζεται, αγχώνεται, ιδρώνει και που δεν κλέβει. Πού το βάζεις αυτό; Να τα βροντήξει πάλι και να φύγει; Και να έλθει ποιος; Η Νέα Δημοκρατία που φεύγοντας άφησε πίσω της στάχτη και μπούρμπερη; Για να κάνει τι; Να επαναδιαπραγματευτεί το Μνημόνιο; Μα αυτοί, φίλε μου, δεν συζητάνε. Παίρνουν το καπελάκι τους και την κάνουν κατά Ευρώπας μεριά και βγάλτα πέρα μόνος σου μετά. Συγγνώμη, αλλά υπάρχει πάντοτε και η λύση Τσίπρα. Είδες που δεν σε ξέχασα; Το καλό σού το φύλαξα για το τέλος.

ΥΓ. Ψυχραιμία, αδέλφια! Ετούτη η χώρα τα έχει δει όλα στα 190 χρόνια που υποτίθεται πως είναι λεύτερη. Λιμούς, σεισμούς, καταποντισμούς. Χρεοκόπησε 4 φορές, μπλέχτηκε σε πολέμους, άλλοτε λυτρωτικούς και άλλοτε καταστροφικούς, αντίκρισε τη γερμανική σημαία στην Ακρόπολη, βρέθηκε υπό κατοχή, μπλέχτηκε σε εμφύλιο. Υπέμεινε πραξικοπήματα, βασιλιάδες και δικτάτορες τρελούς, αλλά πάντοτε τα κατάφερνε να σηκώνει κεφάλι και να τραβά μπροστά. Το ίδιο θα γίνει και τώρα!

Τετάρτη, Ιουνίου 29, 2011

Η "Βιβλιολατρεία" δημοσίευσε:

και την ευχαριστώ πολύ

Οι ήρωες παλεύουν να κερδίσουν τη ζωή

Η αδελφότητα των στεναγμών
Ντακάκης Νίκος
εκδ Λιβάνη

Ένα μυθιστόρημα ποταμός, που ξεκινά να ξετυλίγεται στις αρχές του αιώνα. Οι ήρωες παλεύουν να κερδίσουν τη ζωή. Και, παρά τις αντιξοότητες, μοιάζει να τα καταφέρνουν. Ώσπου θα ξεσπάσει ο Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος και τότε τα πάντα θα χαθούν. Οικογένειες ξεκληρίζονται. Σύζυγοι, πατεράδες κι αδέρφια εξαφανίζονται... Με το τέλος της Κατοχής κάποιοι θα προσπαθήσουν να ανεβούν ξανά στην κορυφή. Κάποιοι θα τα καταφέρουν, κάποιοι πάλι όχι... Και, μέσα σε αυτή τη δίνη, ο έρωτας που θα εμφανιστεί απρόσμενα θα αλλάξει την πορεία της ζωής των ηρώων, σφραγίζοντας μοιραία το πεπρωμένο τους.

Η αγάπη ριζώνει στις καρδιές των πρωταγωνιστών, η μοίρα, όμως, άλλα είχε γράψει στα κατάστιχά της για κείνους, κι αυτοί, αγνοώντας τα όσα τους επιφυλάσσει η ζωή, παραδίδονται αμέριμνοι στα πάθη τους. Μίση, έρωτες, συγκρούσεις, λάθη. Και ένα μεγάλο μυστικό, που θα αποκαλυφθεί απειλώντας να οδηγήσει τους ήρωες στην άβυσσο...

Τρίτη, Φεβρουαρίου 15, 2011

"Η αδελφότητα των στεναγμών" στα ΡΕΘΕΜΝΙΩΤΙΚΑ ΝΕΑ Σάββατο 12 Φεβρουαρίου 2011

Νίκου Ντακάκη: «Η αδελφότητα των στεναγμών»
Σάββατο, 12 Φεβρουαρίου 2011 - Της ΕΥΑΣ ΛΑΔΙΑ

Αν ο Νίκος Ντακάκης έγραφε στην εποχή που μεσουρανούσαν στην πνευματική ζωή του τόπου ο Μιχάλης Μυρ. Παπαδάκης, ο Ανδρέας Σταυρουλάκης, ο Νίκος Νιουράκης ή ο Κώστας Μαμαλάκης, θα είχε την τύχη να πάρει σύντομα μια από τις πρώτες θέσεις της πνευματικής μας ζωής.

Στην εποχή μας που τα ενδιαφέροντα εστιάζονται σε ανταποδοτικές αξίες, και η δημοσιογραφία ασχολείται με τις πνευματικές δημιουργίες στο πλαίσιο επικοινωνιακής πολιτικής, θα πρέπει να προηγηθούν οι αξιολογήσεις από τους «εκτός των τειχών» ειδικούς, για να προσέξεις το λογοτέχνη και το βιβλίο του.

Ο Νίκος Ντακάκης είναι πλάι μας, ακούμε την καλημέρα του και απολαμβάνουμε το σχόλιό του, αλλά έπρεπε να προηγηθεί η δισέλιδη συνέντευξη στο περιοδικό «ΕΠΙΚΑΙΡΑ» και οι συζητήσεις των βιβλιόφιλων στα blogs, για να συνειδητοποιήσουμε ότι αποτελεί πια μια σταθερή λογοτεχνική αξία που πλουτίζει την πόλη των γραμμάτων και τεχνών.

Βέβαια από το πρώτο του βιβλίο «Όπως τ’ όνειρο» είχαμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε την εξαιρετική αφηγηματική του χάρη και τη δεξιότητά του στη διάπλαση χαρακτήρων σε εκμαγεία ιστορικής μνήμης και κοινωνικής ζωής άλλων εποχών.

Για την «Αδελφότητα των στεναγμών» δεν περιμέναμε τη βαρύνουσα υπογραφή «Λιβάνη» για να εντυπωσιαστούμε ιδιαίτερα όσοι γνωρίζουν πόσο δύσκολα προσεγγίζει ένας νεοεμφανιζόμενος λογοτέχνης τους κορυφαίους εκδοτικούς οίκους, που εξετάζουν το δημιούργημα με την ψυχρή λογική του επιχειρηματία.

Από την πρώτη του κιόλας εμφάνιση το βιβλίο φαινόταν ότι θα ξεχωρίσει. Γιατί διαθέτει όλα εκείνα τα στοιχεία που εξασφαλίζουν την εκδοτική του επιτυχία.

Πρόκειται, όπως εύστοχα αναγράφεται στο οπισθόφυλλο, για «ένα μυθιστόρημα ποταμός που ξεκινά να ξετυλίγεται στις αρχές του αιώνα. Οι ήρωες παλεύουν να κερδίσουν τη ζωή. Και παρά τις αντιξοότητες, μοιάζει να τα καταφέρνουν. Ώσπου θα ξεσπάσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος. Και τότε τα πάντα θα χαθούν. Οικογένειες ξεκληρίζονται. Σύζυγοι, πατεράδες κι αδέρφια εξαφανίζονται. Με το τέλος της Κατοχής κάποιοι θα προσπαθήσουν να ανεβούν ξανά στην κορυφή. Κάποιοι θα τα καταφέρουν, κάποιοι πάλι όχι...

Και, μέσα σε αυτή τη δίνη, ο έρωτας που θα εμφανιστεί απρόσμενα θα αλλάξει την πορεία της ζωής των ηρώων, σφραγίζοντας μοιραία το πεπρωμένο τους. Η αγάπη ριζώνει στις καρδιές των πρωταγωνιστών, η μοίρα όμως άλλα είχε γράψει στα κατάστιχά της για κείνους, κι αυτοί, αγνοώντας τα όσα τους επιφυλάσσει η ζωή, παραδίδονται αμέριμνοι στα πάθη τους, Μίση, έρωτες, συγκρούσεις, λάθη. Κι ένα μεγάλο μυστικό, που θα αποκαλυφθεί απειλώντας να οδηγήσει τους ήρωες στην άβυσσο...»

Ο Νίκος Ντακάκης καταφέρνοντας να διαχειριστεί με αξιοσύνη μια αρκετά δαιδαλώδη πλοκή, σαν να δημιουργεί παράλληλες ιστορίες, έχει επιτύχει να συνδέσει τη μυθοπλασία με πραγματικά γεγονότα από την καθημερινότητα άλλων εποχών.

Κι ένα ακόμα χάρισμα που πρέπει να του αναγνωρίσουμε ότι δεν αδικεί κανέναν από τους ήρωές του αφήνοντας τον αναγνώστη να τους αξιολογήσει καθώς εξελίσσεται η υπόθεση. Και μόνο το γεγονός ότι πλέκει το μύθο του σε κομμάτια από ιστορική πραγματικότητα, εκπαιδεύει το σημερινό αναγνώστη που έχει κενά γνώσης για περιόδους της σύγχρονης ιστορίας που συνοπτικά μας δίνουν τα βιβλία.

Όλα κρίνονται από ένα μυστικό που αποτελεί και το κλειδί της αριστουργηματικής πλοκής. Είναι μια ευφυής ιδέα του συγγραφέα που αποδεικνύει ότι ξέρει καλά την τέχνη να ταξιδεύει τον αναγνώστη του. Δεν είναι τυχαίο ότι το βιβλίο δεν περιμένεις να το διαβάσεις όταν σου μείνει χρόνος. Από τις πρώτες σελίδες καθηλώνεσαι και θέλεις να αφοσιωθείς στην ανάγνωση. Είναι οι ήρωες που σε κερδίζουν, είναι και το θέμα που συναρπάζει.

Μέσα από γεγονότα που αποτελούν ψηφίδες από βιωματικές μνήμες του αναγνώστη, ακόμα και ψήγματα από την προφορική παράδοση, παρακολουθούμε μια ανθρώπινη τραγωδία, από τις τόσες που σκηνοθετεί ζωή, που μετά από μια καταιγίδα συναισθημάτων, συγκρούσεων, αντιπαραθέσεων οδηγείται στην κάθαρση από την έρωτα.

Μέχρι τότε όμως ο αναγνώστης έχει προβληματιστεί παρακολουθώντας τη ροή καθώς ο συγγραφέας «ψυχογραφεί» χαρακτήρες που έχουν σπιλωθεί από τις πράξεις τους, περιθωριοποιούνται στη συνείδηση κάθε έντιμου ανθρώπου, για να φανεί στη συνέχεια, χωρίς να αλλοιωθεί στο παραμικρό η δομή του έργου, η άλλη τους πλευρά. Εκείνη η ανθρώπινη που μπορεί να γεφυρώνει χάσματα μέσα από πράξεις αγάπης. Κι όταν την τέρψη του καλού αναγνώσματος συνοδεύει ο προβληματισμός, τότε ο συγγραφέας πέτυχε το μεγάλο του στοίχημα.

Θα συνιστούσαμε θερμά το βιβλίο στους αναγνώστες μας με τη βεβαιότητα ότι θα υποκλιθούν με σεβασμό στη γραφή του Νίκου Ντακάκη αναγνωρίζοντας στο πρόσωπό του έναν ανερχόμενο λογοτέχνη που σύντομα θα καμαρώνουμε ακόμα ψηλότερα.


Παρασκευή, Ιανουαρίου 28, 2011

Συνέντευξη στα Επίκαιρα τεύχος 67ο



Συνέντευξη στη Δέσποινα Σαββοπούλου – ΕΠΙΚΑΙΡΑ τεύχος 67ο

Ένα καλογραμμένο μυθιστόρημα – ποταμός, το νήμα του οποίου αρχίζει να ξετυλίγεται στις αρχές του προηγούμενου αιώνα, ώσπου να ξεσπάσει ο Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος αποτελεί Η αδελφότητα των στεναγμών του Νίκου Ντακάκη, που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Α.Α.Λιβάνη. ο συγγραφέας πλέκει τις ιστορίες των ηρώων του και με έμπνευση τους οδηγεί προ των πυλών των πράξεών τους. Στέκεται, ωστόσο, δίπλα τους με κατανόηση και ευαισθησία και δεν τους αφήνει να γίνουν έρμαιο της μοίρας τους. Μίση, έρωτες, συγκρούσεις, λάθη, κυριαρχούν. Κι ένα μεγάλο μυστικό που αποκαλύπτεται απειλεί να οδηγήσει τους ήρωες στην άβυσσο…

Το μυθιστόρημα σας διατρέχει το πρώτο μισό του 20ου αιώνα και εξελίσσεται στην πορεία του χρόνου. Τι θέλατε να δώσετε στους αναγνώστες σας μέσα από την ιστορία που διηγείστε;

Θα ήμουν ανειλικρινής εάν υποστήριζα πως θέλω να δώσω κάτι ή να στείλω μηνύματα. Απλά προσπαθώ να αποτυπώσω, όσο γίνεται καλύτερα, το κλίμα της εποχής στην οποία αναφέρομαι και αφήνω τους ήρωες να οδηγήσουν τον αναγνώστη, να τον προβληματίσουν και να αποκομίσει τελικά ό,τι θέλει αυτός. Θεωρώ πως ο αναγνώστης σήμερα είναι περισσότερο υποψιασμένος και απεχθάνεται τα κάθε είδους κλισέ.

Υπάρχουν στοιχεία βιογραφικά της οικογένειας σας μέσα στο βιβλίο σας; Κατά πόσο πιστεύετε ότι ένας συγγραφέας αντλεί από τα βιώματα του και πόσο τα μετασχηματίζει στη συνέχεια μυθιστορηματικά;

Στο συγκεκριμένο βιβλίο δεν υπάρχουν βιογραφικά στοιχεία της οικογένειάς μου ούτε του ευρύτερου κύκλου μου. Πιστεύω ωστόσο πως τα βιώματα και τα ακούσματα ενός συγγραφέα, όπως στην περίπτωσή μου, αποτελούν μια τεράστια πηγή άντλησης υλικού. Το ζητούμενο είναι πώς τα καταφέρνει μετά να τα πλάσει, να τα μετουσιώσει και να τα μετασχηματίσει σε μυθιστόρημα

Το μυστικό είναι καθοριστικό στην εξέλιξη της ιστορίας σας. Πιστεύετε ότι τα μυστικά, οι ίντριγκες, οι δολοπλοκίες και ο έρωτας είναι απαραίτητα συστατικά ενός καλού μυθιστορήματος;

Μυστικά, ίντριγκες, δολοπλοκίες όπως και ο έρωτας, υπήρχαν και θα υπάρχουν πάντα. Δεν τα θεωρώ όμως απαραίτητο συστατικό ενός καλού μυθιστορήματος. Αντίθετα, το βλέπω πιο απλά. Όπως, ας πούμε, μια ιστορία που θέλετε να την διηγηθείτε στους φίλους σας. Για ποιο λόγο θα μπείτε στον κόπο να κάνετε κάτι τέτοιο; Κατά τη γνώμη μου, επειδή κρίνετε πως παρουσιάζει ενδιαφέρον και επιθυμείτε να τη μοιραστείτε μαζί τους. Κάπως έτσι συμβαίνει και με το βιβλίο. Κάτι κίνησε το ενδιαφέρον του συγγραφέα, κάτι τον συγκίνησε, κάτι τον εξιτάρησε και θέλησε να το αποτυπώσει στο χαρτί.

Τι ιστορίες πιστεύετε ότι έχουν ανάγκη να διαβάζουν σήμερα οι αναγνώστες;

Κάτι που θα τους ανακουφίσει. Στη σημερινή γκρίζα και μίζερη πραγματικότητα κάποιοι επιμένουν να διαβάζουν, όπως και κάποιοι άλλοι εξακολουθούν να γράφουν. Εγώ προσωπικά προσπαθώ να ξεφύγω από αυτό το μουντό της εποχής μας και να δώσω μια νότα αισιοδοξίας, που όλοι μας έχουμε ανάγκη.

Πιστεύετε στο πεπρωμένο και πόσο μπορούν οι άνθρωποι να το αλλάξουν;

Σε καμιά περίπτωση δεν πιστεύω στο πεπρωμένο. Αλίμονο αν ίσχυε κάτι τέτοιο. Τότε θα έπρεπε να τα παρατήσουμε όλα και να καθίσουμε σε μια άκρη να κλαίμε τη μοίρα μας. Δεν μπορώ από την άλλη να παραγνωρίσω το γεγονός ότι τυχαία συμβάντα, συμπτώσεις, συγκυρίες, ή όπως αλλιώς τα ονομάζουμε, παίζουν πολλές φορές καθοριστικό ρόλο, τόσο στον ρου της Ιστορίας όσο και στην πορεία που θα ακολουθήσουμε στη συνέχεια. Ετοιμότητα, προσήλωση στον στόχο και διαρκής αγώνας είναι η συνταγή για να διαμορφώσουμε τη δική μας διαδρομή.

Η αναγνωσιμότητα και η αποδοχή από το αναγνωστικό κοινό τι σημαίνει για σας;

Πολλά. Όπως ο καθένας που εκφράζει δημόσια τη γνώμη του επιθυμεί να γίνεται αποδεκτή και χαίρεται όταν το πετυχαίνει, το ίδιο και ο συγγραφέας αισθάνεται ικανοποίηση από την απήχηση που έχουν τα βιβλία του. Ένας λόγος ζεστός, μια καλή κριτική του δίνει δύναμη για να συνεχίσει να γράφει.

Ζείτε στο Ρέθυμνο, όπου ασχολείστε και με τα κοινά. Ποια είναι η σχέση του κοινού με τη λογοτεχνία στην πόλη σας;

Ζω και εργάζομαι στο Ρέθυμνο, την πόλη των γραμμάτων, όπως έχει επικρατήσει να ονομάζεται, με πλούσιο παρελθόν και πολλά υποσχόμενο μέλλον. Και είναι παρήγορο που ακόμη και σήμερα ένας μεγάλος αριθμός ατόμων ασχολείται με τα διάφορα είδη λογοτεχνίας.

Γράφετε ήδη το επόμενο βιβλίο σας και τι θέμα θα έχει;

Εγώ τουλάχιστον δεν μπορώ να καθίσω σε ησυχία και σε πρώτη ευκαιρία γράφω. Το θέμα μου; Μια τυχαία συνάντηση του Πέτρου με τον Μάρκο σε ένα νοσοκομείο της Αθήνας, το φθινόπωρο του 2007, γίνεται η αιτία για να ξεδιπλωθεί μια ιστορία, που η αρχή της βρίσκεται στις σκοτεινές ημέρες του 1945, λίγους μήνες δηλαδή πριν από την αποχώρηση των Γερμανών από την Κρήτη. Προς το παρόν δεν θα ήθελα να πω περισσότερα, γιατί φοβούμαι μήπως με θεωρήσουν μαρτυριάρη οι ήρωες, μου θυμόσουν και αρνηθούν να συνεργαστούν.


Τρίτη, Δεκεμβρίου 28, 2010

Υπάρχει ελπίδα;

Πέρασαν τα Χριστούγεννα και αργά αλλά σταθερά βάλαμε πλώρη για το Νέο Έτος. Μέσα στο άγχος, την κατήφεια, την αναδουλειά, τη φτώχεια και την ανασφάλεια. Με κουτσουρεμένους μισθούς στο Δημόσιο και τις ΔΕΚΟ -καλά εκεί είχαν στήσει τρελό πανηγύρι- με πετσοκομμένες συντάξεις, χωρίς το δώρο που θα ανακούφιζε, μέρες που είναι, τόσο τα νοικοκυριά όσο και την αγορά που στενάζει από τη βαθύτατη ύφεση και την έλλειψη ρευστού.

Παντού πρόσωπα σκυθρωπά με έκδηλη αγωνία για το αβέβαιο αύριο και λειψές προσδοκίες για τη χρονιά που θα υποδεχτούμε σε λίγες μέρες. Πικρό, ζορισμένο το γέλιο, αν τα καταφέρει να σκάσει, και στα χείλη τα ίδια αμείλικτα ερωτήματα. Θα τα καταφέρουμε; Πού πάμε; Υπάρχει ελπίδα;

Καμία, από πρώτη άποψη. Η αφαίρεση αγοραστικής δύναμης από τους εργαζόμενους, σε συνδυασμό με τη συνεχιζόμενη κρίση, φέρνει ασφυξία στην αγορά, κλείσιμο επιχειρήσεων, ανεργία, μαρασμό και απελπισία. Η αύξηση των φόρων μειώνει την κατανάλωση -και κατά συνέπεια τα έσοδα του δημοσίου- που για να συγκεντρώσει τα απαραίτητα κονδύλια βάζει κι άλλους, επιτείνει την ύφεση και πάει λέγοντας. Τα έσοδα παρουσιάζουν υστέρηση, το έλλειμμα δεν πέφτει όπως και όσο θα έπρεπε, το χρέος αυξάνεται, η Τρόικα μας τρίζει τα δόντια απειλώντας να μην εκταμιεύσει την επόμενη δόση, χαμός σου λέω! Κι έχεις κι από πάνω τον Πάγκαλο να σου λέει “μαζί τα φάγαμε”. Ε, όχι, κύριε Αντιπρόεδρε. Ακόμη και αν εννοούσες πως το είχαμε ρίξει σε έναν άκρατο καταναλωτισμό, πως αποκρύπταμε εισοδήματα, πιέζαμε για διορισμούς και ρουσφέτια, δεν είμαστε εμείς που ευθυνόμαστε γι’ αυτό. Φταίει το μπάχαλο που είχαμε για κράτος, η χώρα της πλάκας και του ωχ αδελφέ, όπως εσείς, οι πολιτικοί, την είχατε καταντήσει. Ας το προσπεράσουμε ωστόσο και ας ρωτήσουμε ευθέως. Υπάρχει ελπίδα;

Δυστυχώς δεν την βλέπω. Από την άλλη με παρηγορεί το γεγονός πως σαν λαός και σαν έθνος είμαστε των άκρων. Ή των πάνω ή των κάτω. Των πολύ όμως. Από την ακμή στην παρακμή. Από το μεγαλείο στη μιζέρια και από τον ενθουσιασμό στην κατάπτωση, λες και δεν υπάρχει ίσιος δρόμος. Λες και δεν έχει εφευρεθεί για μας το μέτρο, ο προγραμματισμός, η σωφροσύνη και το νοικοκύρεμα. Για κοιτάξτε λίγο την ιστορία μας και βγάλτε συμπέρασμα. Από τον Μινωικό και τον Μυκηναϊκό Πολιτισμό, από τους Παρθενώνες και τον Μέγα Αλέξανδρο, που έφτασε στα πέρατα της Οικουμένης, στην παρακμή, την ήττα και την υποτέλεια. Και ύστερα ανάσταση και πάλι. Από υπόδουλοι των Ρωμαίων φτάσαμε να γίνουμε κοσμοκράτορες με το Βυζάντιο και την Κωνσταντινούπολη να κινεί τα νήματα και να καθορίζει τις τύχες ολόκληρου του κόσμου. Αλαζονείες, επανάπαυση, κακοί σχεδιασμοί και η παντού και πάντοτε διαφθορά, μας άφησαν ανυπεράσπιστους στο έλεος των Τούρκων.

Αυτή η χώρα, αυτός ο λαός, γνώρισε λοιμούς, σεισμούς, καταποντισμούς. Επιδρομές, σφαγές και λεηλασίες. Γονάτισε, έσκυψε το κεφάλι, υποτάχτηκε, αλλά δεν λύγισε. Επαναστάτησε ουκ ολίγες φορές, άλλοτε επιτυχώς και άλλοτε ανεπιτυχώς, αλλά πάντα τα κατάφερνε να αφήνει τον υπόλοιπο κόσμο κατάπληκτο γιατί διέθετε ψυχή, αντρειά, λεβεντιά και μεγαλοσύνη. Προπάντων στα δύσκολα. Έγραψε σελίδες λαμπρές και σκόρπισε στα πέρατα την αξία της λευτεριάς που έγινε όραμα γραμμένο με θυσίες, αγώνες, αυταπάρνηση και μπόλικο αίμα.

Αυτός ο λαός γνώρισε κυβερνήτες, βασιλιάδες και προέδρους. Υπέμεινε δικτάτορες, κινηματίες και επίδοξους σωτήρες. Έτυχε να γεννήσει φωτισμένους ηγέτες που άφησαν τη σφραγίδα και το έργο τους και πονηρούς πολιτικάντηδες που τον εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο και τον οδήγησαν στον όλεθρο. Πέρασε δια πυρός και σιδήρου, σφάχτηκε σαν αρνί, μπλέχτηκε σε εμφύλιο, υπόφερε, πτώχευσε, πείνασε. Πάντοτε όμως, με όσες δυνάμεις του είχαν απομείνει, σήκωνε το κεφάλι ψηλά, αγωνιζόταν, πετύχαινε στο περίπου τον στόχο του και επιβίωνε. Άρα;

Υπάρχει ελπίδα. Τόσες δυσκολίες πέρασε, τόσες αναποδιές αντιμετώπισε, τώρα θα το βάλει κάτω; Θα μου αντιτείνεις πως τώρα δεν έχει να κάνει με σιδερόφραχτες στρατιές για να πιάσει το λιανοντούφεκο και να κάνει τα βουνά να αντιλαλήσουν, ούτε με βάρβαρους επιδρομείς που ήλθαν να μας κατακτήσουν. Αντίθετα έχει να αντιμετωπίσει έναν αδίστακτο οικονομικό πόλεμο με υπερμεγέθη, ακαταλαβίστικα νούμερα και κάτι κουστουμάτους με δερμάτινες τσάντες που δίνουν τις εντολές τους χρησιμοποιώντας οικονομικίστικους όρους και ντιρεκτίβες, άλλοτε δοσμένες με τακτ και άλλοτε όχι.

Βρέθηκε δεμένος χειροπόδαρα χωρίς την παραμικρή δυνατότητα αντίδρασης. Με άδεια την τσέπη και το ηθικό πεσμένο. Ζαλισμένος από τα μέτρα, τις περικοπές και το Μνημόνιο. Την κυβέρνησή του να πελαγοδρομεί και να περνά όλο και πιο δύσκολα τις, ούτως ή άλλως, απαραίτητες μεταρρυθμίσεις και την αντιπολίτευση να υποστηρίζει πως υπάρχει και άλλος δρόμος, που όμως δεν τον μαρτυρά. Την Αριστερά να ονειρεύεται αντάρτικα, επαναστάσεις και λαϊκό ξεσηκωμό. Με την Παπαρήγα και το ΠΑΜΕ στην πρώτη γραμμή, τον Τσίπρα, τους κουκουλοφόρους, τον Αλαβάνο και τους έξαλλους αναρχοαυτόνομους. Για να καταφέρουν τι;

“Να καεί, να καεί, το μπουρδέλο η Βουλή”, βροντοφώναζαν οι διαδηλωτές στο Σύνταγμα την ώρα που σπούσαν, έκαιγαν και κατέστρεφαν. Εμπρός! Μαζί σας, παιδιά, κι εγώ. Να το κάψουμε το μπουρδέλο, τη Βουλή. Στάχτη να το κάνουμε. Πέτρα στην πέτρα μην απομείνει. Και όχι μόνο αυτό. Όλα να τα κάψουμε, να τα σπάσουμε, να τα διαλύσουμε. Να στήσουμε γλέντι τρικούβερτο πάνω στ’ αποκαΐδια. Και ύστερα; Εδώ σε θέλω, κάβουρα!

Γιατί το να γίνουμε Σοβιετία, δεν το βλέπω. Πάνε, ξέφτισαν, χρεοκόπησαν και τα κολχόζ και οι κολεχτίβες ή όπως αλλιώς τα έλεγαν. Τι θα κάνουμε λοιπόν; Θα κηρύξουμε πτώχευση ή θα ζητήσουμε ξανά βοήθεια, και από ποιον; Θα γυρίσουμε ξανά στη δραχμή; Ούτε να το φανταστώ δεν θέλω, αφού σε μια τέτοια περίπτωση θα υποτιμηθεί ξανά και ξανά το νόμισμα της αναξιόπιστης χώρας που το εξέδωσε, με αποτέλεσμα να εξαθλιωθεί ο λαός, ενώ παράλληλα το χρέος, που είναι σε ευρώ και δολάρια, θα εκτοξευθεί στο διάστημα. Μόνοι ωφελημένοι οι ξένοι που θα μπορούν να μας αγοράσουν για κομμάτι ψωμί και φυσικά αυτοί που έβγαλαν έγκαιρα τα εκατομμύριά τους στο εξωτερικό.

Τι απομένει; Μα ο δρόμος της εξυγίανσης, φυσικά. Με ξεκάθαρους όμως όρους. Να βγει η κυβέρνηση να το εξηγήσει και να το υποστηρίξει. Όχι με μισόλογα ή με άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε, πως τάχα μου είμαστε αναγκασμένοι και τα λοιπά και τα λοιπά. Ποιος δεν συμφωνεί πως πρέπει να μπει τάξη στο Δημόσιο, να απελευθερωθεί η αγορά, να ανοίξουν τα κλειστά επαγγέλματα και να αρθούν οι πάσης φύσεως προστατευτισμοί και περιορισμοί; Να προστατευτεί επιτέλους ο κοινοβουλευτισμός με την κατάργηση της ασυλίας των βουλευτών και το ακαταδίωκτο των υπουργών που έχει σαν αποτέλεσμα να μένουν ατιμώρητοι για εγκληματικά, καραμπινάτα σκάνδαλα και όχι μόνο.

Προπάντων όμως να βάλουμε μυαλό εμείς οι ίδιοι. Να ξεχάσουμε την παραζάλη στην οποία μας οδήγησαν οι εκάστοτε κυβερνώντες, να ανασηκώσουμε τα μανίκια και να στρωθούμε στη δουλειά. Μαράζωσε η ύπαιθρος, ρήμαξαν τα χωριά, πάτωσε η παραγωγή, επειδή το όνειρο κάθε Έλληνα περιοριζόταν στο να διοριστεί στο Δημόσιο, να βγει στη σύνταξη στα 40 ή τα 50, να γίνει μαγαζάτορας, επαγγελματίας, επιχειρηματίας ή, ακόμη καλύτερα, εισοδηματίας για να κάθεται και να εισπράττει. Με δυο τρία κινητά στην τσέπη, άλλα τόσα αυτοκίνητα, σπίτια, εξοχικά και δεν συμμαζεύεται.

Για σταθείτε, βρε παιδιά. Θα μπορούσε να συνεχιστεί για πολύ αυτό το πανηγύρι; Να ζούμε σαν βασιλιάδες δανειζόμενοι συνεχώς, ενώ την ίδια ώρα αφήσαμε τις υπόλοιπες δουλειές στους Αλβανούς και τους πάσης εθνικότητας και φυλής μετανάστες, που τους εκχωρήσαμε στην ουσία την πραγματική οικονομική ζωή του τόπου; Μόνο αν συμβεί αυτό θα σταματήσουμε στα πόδια μας ξανά και θα επιβιώσουμε σαν λαός. Θα το καταφέρουμε; Το πιστεύω, γι’ αυτό και υποστηρίζω πως υπάρχει ελπίδα. Αν όχι ρόδινη για κάποια χρόνια, τουλάχιστον υπάρχει.

Κάποιοι βέβαια θα μιλήσουν για φυγή προς τα εμπρός και θα σας ζαλίσουν με την καραμέλα για την περιβόητη ανάπτυξη. Συμφωνώ απόλυτα πως χωρίς τέτοια προοπτική τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει. Αυτό όμως είναι ένα άλλο κεφάλαιο που θα το αναλύσω σε επόμενο άρθρο.

Πέμπτη, Νοεμβρίου 25, 2010

Η αθώωση

Ήθελα δεν ήθελα με γύρισαν ξανά πίσω. Στη δραματική, από κάθε άποψη, δεκαετία του ’20. Αυτήν που διαδέχτηκε μια τραγική για τον υπόλοιπο κόσμο δεκαετία του ’10, αλλά συνάμα μεγαλειώδη, κρινόμενη εκ του αποτελέσματος πάντοτε, για την Ελλάδα και τις εθνικές της επιδιώξεις.

Σε αυτό το σημείο νομίζω πως αξίζει τον κόπο να ξεφυλλίσουμε λίγο την ιστορία μας και να ανασύρουμε στη μνήμη μας τα γεγονότα εκείνα που τριπλασίασαν την Ελλάδα, αλλάζοντας τον χάρτη της περιοχής, και οδήγησαν τη χώρα σε ένα ταξίδι ονειρεμένο που παραλίγο να φτάσει στην εκπλήρωση και των πιο προχωρημένων ακόμη επιδιώξεών μας. Αναγκαστικά θα πρέπει να αναφέρω εδώ, επιγραμματικά έστω, τους σταθμούς που σημάδεψαν τη νεότερη ιστορία μας.

1η Δεκέμβρη του 1893 ο Χαρίλαος Τρικούπης εκστομίζει στη Βουλή την ιστορική φράση «Δυστυχώς, κύριοι, επτωχεύσαμεν». Ακολούθησε κλονισμός της δραχμής και ολοκληρωτικός μαρασμός της ελληνικής οικονομίας, αφού απέτυχε η προσπάθειά του να λάβει βοήθεια από τη Δύση. Έτσι σύρθηκε στις εκλογές του 1895 που, όπως ήταν επόμενο, τις έχασε. Ο διάδοχός του Δεληγιάννης, εκτός των δυσεπίλυτων οικονομικών προβλημάτων, είχε να αντιμετωπίσει και το Κρητικό Ζήτημα, που τον οδήγησε τελικά στον ταπεινωτικό ελληνοτουρκικό πόλεμο του 1897, τα σύνορα της Μελούνας και τον Διεθνή Οικονομικό Έλεγχο.

Η φτωχή και αβοήθητη Ελλάς έδειχνε να μην έχει να ελπίζει σε τίποτα. Τη λύση στο τέλμα που είχε περιπέσει ο τόπος, έδωσε ο Στρατιωτικός Σύνδεσμος που, μετά το επιτυχημένο κίνημα στο Γουδί το 1909, κάλεσε τον Ελευθέριο Βενιζέλο να αναλάβει τις τύχες της χώρας. Από τότε ξημέρωσε μια καινούρια εποχή. Ανασυγκρότηση της χώρας, επιδέξιοι ελιγμοί, συμμαχίες, νικηφόροι Βαλκανικοί Πόλεμοι. Απελευθέρωση της Θεσσαλίας, της Ηπείρου, της Μακεδονίας, με αποκορύφωμα την απελευθέρωση της Θεσσαλονίκης και την ένωση της Κρήτης με την Ελλάδα. Ύστερα όμως από μια τόσο επιτυχή κατάληξη, σειρά είχε ο διχασμός. Βενιζελικοί από τη μια, Βασιλικοί από την άλλη, την ώρα που εμαίνετο ο Πρώτος Παγκόσμιος Πόλεμος και η Ελλάδα εκαλείτο να αποφασίσει με ποιον θα πάει και πώς θα πορευτεί.

Πείσμα στο πείσμα, απειλή στην απειλή, μπήκαμε στον πόλεμο καθυστερημένα. Μόλις στα μέσα του 1917 και αφού χρειάστηκε να χωριστεί η Ελλάδα στα δύο, με τον Βασιλιά στην Αθήνα και τον Βενιζέλο στη Θεσσαλονίκη, να πολιορκηθεί από τους συμμάχους η Αθήνα και να εκδιωχθεί ο Βασιλιάς.

Το τέλος του πολέμου έφερε τον Βενιζέλο στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων, με την πλευρά των νικητών όμως. Η συνθήκη των Σεβρών που ακολούθησε, μπορεί να μην ικανοποίησε στο ακέραιο όλα τα ελληνικά αιτήματα, αφού Βόρειος Ήπειρος, Δωδεκάνησα, Κωνσταντινούπολη και Κύπρος δεν παραχωρήθηκαν στην Ελλάδα, την κατέστησαν ωστόσο χώρα των δύο ηπείρων και των πέντε θαλασσών, μιας και της δόθηκαν η Θράκη μέχρι την Τσατάλτζα, η Ίμβρος, η Τένεδος και η Διοίκηση της Σμύρνης στα παράλια της Μικράς Ασίας. Και όμως, τρεις μήνες μετά, και ενώ βρισκόταν σε πλήρη εξέλιξη η Μικρασιατική Εκστρατεία, με μέτωπο από τις εκβολές του Σαγγάριου στον Εύξεινο, τις περιοχές Άδα Παζάρ, Ασκανίας λίμνης, Τίμπας, ανατολικά της Προύσας, Ουσάκ, Ουτουράκ και τη γραμμή του ποταμού Μαίανδρου μέχρι την Ερυθραία, χάνει τις εκλογές της 1ης Νοεμβρίου του 1920.

Τα αίτια; Διάφορα. Από τη δημαγωγική πολιτική και την προσπάθεια σπίλωσης του Βενιζέλου, μέχρι την υπόσχεση για επιστροφή του Βασιλιά και μαζί των επιστράτων. Το τι ακολούθησε είναι γνωστό. Ο Βασιλιάς γύρισε, μεταστράφηκε η θέση των Μεγάλων Δυνάμεων, έμεινε αβοήθητος ο στρατός, που ηττήθηκε και διαλύθηκε τελικά.

Η μεγαλύτερη καταστροφή του 20ου αιώνα ήταν ήδη γεγονός. Ξεριζώθηκε ο ελληνισμός της Μικρασίας, που μέτρησε εκατοντάδες χιλιάδες νεκρούς, και η αδύναμη και αβοήθητη πλέον Ελλάς κλήθηκε να δεχτεί πάνω από ενάμισι εκατομμύριο πρόσφυγες. Αυτά εν ολίγοις.

4 Σεπτεμβρίου του ’22, για να θυμόμαστε και κάποιες ημερομηνίες, δόθηκε η εντολή της ολοκληρωτικής εγκατάλειψης και εκκένωσης της Σμύρνης. Στις 22 του ίδιου μήνα, κίνημα υπό τον Νικόλαο Πλαστήρα και τον Στυλιανό Γονατά κατέλαβε την εξουσία. Εξαγριωμένη η κοινή γνώμη, που δεν μπορούσε να κατανοήσει την εξέλιξη των πραγμάτων, ζητούσε εκδίκηση και αίμα.

Το Έκτακτο Στρατοδικείο θεώρησε υπαίτιους τους πέντε πολιτικούς και τον Αρχιστράτηγο της ήττας και τους καταδίκασε σε θάνατο. Έτσι, λίγες ώρες μετά την ετυμηγορία του δικαστηρίου, στις 15 Νοεμβρίου 1922, εκτέλεσε στο Γουδί τους Π. Πρωτοπαπαδάκη, Δ. Γούναρη, Ν. Στράτο, Γ. Μπαλτατζή, Ν. Θεοτόκη και Γ. Χατζανέστη.

Τώρα, 88 χρόνια μετά, ύστερα από μια δίκη που χαρακτηρίστηκε σαν παρωδία από έγκριτους νομικούς, τους αθώωσε ο Άρειος Πάγος προκαλώντας την ιστορική μνήμη, την οργή εκατοντάδων Μικρασιατικών Σωματείων και την απορία της κοινής γνώμης. Τι να επεδίωκε, άραγε, το Ανώτατο Δικαστήριο της χώρας με την απόφασή του αυτή; Να αλλάξει την ιστορία ξαναγράφοντάς την από την αρχή, ή να αποσείσει το στίγμα της προδοσίας που βάραινε για δεκαετίες τους απογόνους των εκτελεσθέντων;

Επιπλέον ανακύπτουν και κάποια άλλα ερωτήματα. Ποια ήταν εκείνα τα νέα στοιχεία που προέκυψαν και οδήγησαν τους ανώτατους δικαστές σε αυτή τους την απόφαση; Κανένα, κατά τη γνώμη όσων αντιτάχθηκαν στην έκδοσή της. Μετά την πάροδο τόσων ετών δεν βρίσκονται πια στη ζωή άτομα που θα μπορούσαν να φωτίσουν με τη μαρτυρία τους τα γεγονότα εκείνης της εποχής. Επιπλέον ολόκληρη η δικογραφία έχει χαθεί και το μόνο που απόμενε ήταν το τηλεγράφημα του Ελευθερίου Βενιζέλου και μια μετέπειτα ομιλία του στη Βουλή.

Όμως αυτά ήταν γνωστά από τότε. Ακόμη και το γεγονός ότι ο Βενιζέλος είχε αρνηθεί να λάβει θέση καθόλη τη διάρκεια της δίκης, ενώ το περιβόητο τηλεγράφημά του έφτασε αρκετά καθυστερημένα. Πόσο; 19 ολόκληρες ώρες μετά την έκδοση της απόφασης, 14 μετά την εκτέλεση, 12 μετά την άφιξη του Τάλμποτ στην Αθήνα και 8 ώρες μετά την αναχώρησή του. Και πάλι όμως στο τηλεγράφημά του ο Βενιζέλος δεν αναφέρει ούτε λέξη επί της ουσίας. Δεν μιλά δηλαδή περί αθωότητος ούτε χαρακτηρίζει την απόφαση άδικη ή εσφαλμένη. Απλά αναφέρει πως τυχόν εκτέλεση των καταδικασθέντων θα του δημιουργούσε σοβαρά προβλήματα στις επικείμενες διαπραγματεύσεις για τη σύναψη ειρήνης. Προς τι λοιπόν η περίεργη αυτή απόφαση;

Πέμπτη, Νοεμβρίου 18, 2010

Το μήνυμα

Το ζήσαμε και αυτό. Σε αυτοδιοικητικές εκλογές, σε εκλογές δηλαδή για την ανάδειξη δημάρχων και περιφερειαρχών, το μόνο που δεν συζητήσαμε ήταν για την αυτοδιοίκηση και τα προβλήματά της. Τη σημαία σήκωσε από νωρίς το ΚΚΕ διά της κ. Παπαρήγα, που ζήτησε την καταδίκη της κυβέρνησης για την πολιτική της σχετικά με το Μνημόνιο και τη γενικότερη κυβερνητική πολιτική. Τη σκυτάλη πήρε γρήγορα ο Τσίπρας, μη χάσει, και ακολούθησε ο Σαμαράς που ούτε λίγο ούτε πολύ ζήτησε την αποδοκιμασία του ΠΑΣΟΚ και την καταψήφιση των υποψηφίων του. Λες και αν έβγαινε ο Πλακιωτάκης στην Κρήτη ή ο Νίνος στο Ρέθυμνο θα έσωζαν τη χώρα. Με την ευκαιρία, θερμά συγχαρητήρια Γιώργο Μαρινάκη. Αυτό το 74% ήταν εκπληκτικό και σίγουρα κάτι υποδηλώνει. Μόνο πρόσεχε, σε παρακαλώ, γιατί από το «Ωσαννά» μέχρι το «Σταυρωθήτω» μεσολάβησαν μονάχα 3-4 μέρες.

Έγραφα λοιπόν για τη στάση σύμπασας της αντιπολίτευσης, πλην του Καρατζαφέρη ίσως, που τα έπαιξαν όλα για όλα. Η πρώτη Κυριακή έδειξε να τους δικαιώνει κάπως. Το ΠΑΣΟΚ εμφανίστηκε σαφώς αποδυναμωμένο και η ΝΔ, παρότι έχασε και σε ποσοστά και σε ψήφους, κέρδισε τις εντυπώσεις. Το ΚΚΕ της στείρας άρνησης ενισχύθηκε σημαντικά, ο Τσίπρας την πάτησε, και πάει λέγοντας. Βέβαια αυτό δεν εμπόδισε τους πάντες να βγουν το ίδιο κιόλας βράδυ και να πανηγυρίζουν. Ειδικά ο Σαμαράς που μίλησε για ολική επαναφορά της ΝΔ σε διάστημα μόλις ενός έτους. Και δεν φτάνει αυτό αλλά το συνέχισε κιόλας. Η αλαζονεία σε όλο της το μεγαλείο!

«Κάνουν πως δεν κατάλαβαν το μήνυμα; Δώστε τους να το καταλάβουν», έλεγαν τα γνωστά και μη εξαιρετέα μεγαλοστελέχη της δεξιάς παράταξης. Μόνο που το παράκαναν και φόβισαν τον λαό.

«Λες να μου ξανακαθίσουν στον σβέρκο και άντε ξεμπέρδευε μετά», σκέφτηκε, και τους μαύρισε τη δεύτερη Κυριακή. Πάει, χάθηκε η Αθήνα, που την πήρε ο παντελώς άγνωστος Καμίνης. Πάει και η Θεσσαλονίκη, που την κέρδισε ο Μπουτάρης, παρά το ότι είχε να αντιπαλέψει Παπαγεωργόπουλους, Ψωμιάδηδες και, εδώ είναι το ανησυχητικό, τους κεραυνούς του Άνθιμου που τον απειλούσε πως όσο ζει ο ίδιος, Δήμο δεν βλέπει.

Τώρα τέλειωσαν και οι εκλογές και τα νταβαντούρια, για όσους ασχολήθηκαν τουλάχιστον. Γιατί οι πολλοί τούς γύρισαν την πλάτη. Μπούχτισαν τόσα χρόνια από το μπλα μπλα και τα «ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα». Σιχάθηκαν τους πάντες και τα πάντα και μαζεύτηκαν στο καβούκι τους. Εδώ ο Σαμαράς ισχυριζόταν ανερυθρίαστα πως έχει τον τρόπο και από το Μνημόνιο να μας απαλλάξει και το έλλειμμα να μηδενίσει μέσα σε ένα χρόνο, εδώ ακούς την Παπαρήγα να σου λέει πως και να πτωχεύσει η χώρα δεν χάλασε ο κόσμος, γιατί θα πτωχεύσει η πλουτοκρατία και εσύ κάθεσαι και μου λες παραμύθια. Και εντάξει. Αν μας έχει πει ο γιατρός πως πρέπει να τους τα κάνουμε όλα καλά, κάτι γίνεται. Διαφορετικά το πράγμα αλλάζει. Από την άλλη, λέγοντάς μας ο γιατρός να μην τους φέρνουμε αντίρρηση δεν σημαίνει ότι δεν πρέπει να έχουμε το νου μας τετρακόσια. Το αντίθετο μάλιστα γιατί αν τους αφήσουμε να μας παρασύρουν με τα λεγόμενα και τα καμώματά τους τότε η ευθύνη θα είναι ολόκληρη δική μας.

Η χώρα έχει, επί της ουσίας, πτωχεύσει. Το ότι δεν το έχουμε καταλάβει, πράγματι αποτελεί πρόβλημα. Ο κόσμος υποφέρει. Υπάλληλοι και συνταξιούχοι που τους πετσόκοψαν τις αποδοχές. Έμποροι και ελεύθεροι επαγγελματίες που, ελλείψει ρευστού, αδυνατούν να τα βγάλουν πέρα. Ακόμη και μεγάλες, επώνυμες επιχειρήσεις δυσκολεύονται, απολύουν εργαζόμενους, κλείνουν υποκαταστήματα και βλέπουν τον κύκλο εργασιών τους να συρρικνώνεται επικίνδυνα. Από την άλλη η κυβέρνηση επιμένει στη γνωστή δοκιμασμένη συνταγή της μείωσης των εισοδημάτων των μισθωτών, του στραγγαλισμού της αγοράς και της αύξησης των φόρων, είτε για άμεσους πρόκειται είτε για έμμεσους. Μόνο που το γαϊδούρι, συγχωρήστε μου την έκφραση, αντέχει ένα συγκεκριμένο βάρος. Αν το υπερβεί, τότε δύο τινά θα συμβούν. Ή θα γονατίσει, οπότε μεταφορά γιοκ, ή θα αφηνιάσει, θα τινάξει από την πλάτη του και σαμάρια και φορτία, οπότε η ζημιά θα είναι διπλή.

Τι πρέπει να γίνει λοιπόν; Μα το αυτονόητο. Να μπει μια τάξη στα οικονομικά. Να περιοριστεί το εξαιρετικά πολυάνθρωπο και εξοργιστικά πολυδάπανο κράτος με τη συγχώνευση ή και το κλείσιμο ακόμη εκατοντάδων άχρηστων οργανισμών. Να ελαχιστοποιηθούν επιτροπές, διοικητικά συμβούλια, ειδικοί σύμβουλοι, συνεργάτες και λοιποί παρατρεχάμενοι. Να προχωρήσουν τάχιστα οι αποκρατικοποιήσεις. Να αποφασιστεί επιτέλους η αξιοποίηση της τεράστιας ακίνητης περιουσίας του Δημοσίου και να πέσει το βάρος στην ανάπτυξη, αφού από εκεί θα υπάρξουν πολλαπλά οφέλη. Και θέσεις εργασίας θα δημιουργηθούν και έσοδα θα εισρεύσουν στα ταλαίπωρα κρατικά ταμεία. Και προπάντων να πάψει το κράτος να παριστάνει τον επιχειρηματία. Άλλωστε όπου και αν το επιχείρησε, βλέπε Ολυμπιακή-ΔΕΚΟ-λιμάνια κλπ, απέτυχε οικτρά. Το κράτος οφείλει να θεσπίζει κανόνες, να ελέγχει την ομαλή λειτουργία της αγοράς, να εισπράττει και να ανταποδίδει στους πολίτες του αυτά που δικαιούνται. Μέχρι εκεί. Τα υπόλοιπα μόνο προβλήματα δημιουργούν.

Γιατί δεν το κάνει η κυβέρνηση; Για πολλούς και διάφορους λόγους. Γιατί έχει χαθεί στον κυκεώνα της γραφειοκρατίας που όλο λέει πως θα την πατάξει, αλλά αυτή, σε πείσμα όλων, επιβιώνει και γιγαντώνεται. Γιατί δεν έχει συγκεκριμένο σχέδιο και λειτουργεί σπασμωδικά. Γιατί, ενώ τα έχει πάρει όλα πάνω του ο Πρωθυπουργός, οι μισοί υπουργοί του βλέπουν με μισό μάτι τους άλλους μισούς. Γιατί κάποιοι, όπως η Μπιρμπίλη ας πούμε, έχουν περισσότερες ευαισθησίες για το περιβάλλον από κάποιους άλλους με αποτέλεσμα να μπλοκάρουν τα πάντα. Οπότε, φέξε μου και γλίστρησα. Γιατί…, γιατί…, γιατί…

Έτσι όμως δεν φτάνουμε πουθενά. Όσο θα συνεχίζεται το ίδιο βιολί, όσο αυξάνονται οι φόροι και αφαιρείται αγοραστική δύναμη από το καταναλωτικό κοινό, τόσο η ύφεση θα βαθαίνει. Μέχρι την ώρα που θα κάνουμε το μεγάλο μπαμ. Γιατί θα το κάνουμε αν δεν βάλουμε μυαλό. Αργά ή γρήγορα. Και για τους περισσότερο δύσπιστους θα πω μόνο τούτο. Πάντοτε ζούσαμε με δανεικά. Από κτήσεως κόσμου, που λένε οι γραφές, ή από συστάσεως του ελληνικού κράτους, αν προτιμάτε. Μόνο που δεν συνάντησα ποτέ κανέναν που να δανείζει συνεχώς γνωρίζοντας εκ των προτέρων πως δεν πρόκειται να πάρει πίσω τα χρήματά του. Έτσι είναι, δυστυχώς, και δεν βλέπω πώς μπορεί να γίνει διαφορετικά. Αν δεν καταφέρουμε να συμμαζέψουμε τα του οίκου μας, τότε είμαστε άξιοι της μοίρας μας.

Σάββατο, Νοεμβρίου 13, 2010

Η αδελφότητα των στεναγμών



Αυτή, τον μελλοντικό πεθερό της πήγαινε να συναντήσει κι είχε αγωνία για το πώς θα εξελισσόταν η πρώτη της επαφή με τον πατέρα του Άλκη. Το γεγονός ότι είχε επιμείνει να τη συναντήσει μόνη της την παραξένευε βέβαια, αλλά δεν μπορούσε ούτε να φανταστεί καν τον πραγματικό λόγο. Και τώρα τον άκουγε να της λέει όλα αυτά τα απίθανα κι εξωπραγματικά. Καλά, δεν την έβλεπε; Δεν καταλάβαινε πως τη σκότωνε; Κάθε λέξη που έβγαινε από τα χείλη του, ένιωθε να της αφαιρεί τη ζωή σταγόνα σταγόνα.

Ο ίδιος ισχυριζόταν πως ήταν ο πατέρας της και με τον Άλκη, τον μοναδικό άνθρωπο που της είχε απομείνει, που θα έδινε και τη ζωή της ακόμη γι’ αυτόν, ήταν, λέει, αδέλφια και δεν μπορούσαν να παντρευτούν. Και το χειρότερο, σ’ αυτήν έπεφτε το βάρος να τον απομακρύνει από κοντά της, χωρίς μάλιστα να του αποκαλύψει την αλήθεια. Στα λόγια όμως, όλα είναι εύκολα γιατί μόλις η Αλεξάνδρα προσπάθησε να τα εφαρμόσει ήρθαν τα πάνω κάτω.

Αυτή πάντως ήταν η αιτία για να ξεδιπλωθεί μια ιστορία και να φανερωθεί ένα ένοχο μυστικό, καλά κρυμμένο για πάνω από είκοσι πέντε χρόνια, που σημάδεψε τη ζωή του Αντώνη κι οδήγησε την Κατερίνα αλκοολική σ’ ένα γηροκομείο.

Το «H αδελφότητα των στεναγμών» είναι ένα βιβλίο βασισμένο σε μια πραγματική ιστορία.


Σε λίγες μέρες από τις
Εκδόσεις Λιβάνη

Πέμπτη, Οκτωβρίου 28, 2010

ΜΝΗΜΟΝΙΟ μέρος δεύτερο

Στο προηγούμενο άρθρο μου, με αφορμή την αποπροσανατολιστική και άκρως επικίνδυνη αντιμνημονιακή πολιτική του κ. Σαμαρά, προσπάθησα να καταγράψω και να υπενθυμίσω κάποιες αλήθειες.

Λόγω έλλειψης χώρου και σεβόμενος τον χρόνο των αναγνωστών δεν κατέστη δυνατόν να ολοκληρώσω την απαρίθμηση. Αυτό θα επιχειρήσω να κάνω τώρα. Έγραφα λοιπόν:

Αλήθεια πρώτη. Ο Σημίτης παρέδωσε στον Καραμανλή ένα κράτος που νοσούσε βαθύτατα.

Αλήθεια δεύτερη. Ο Καραμανλής όχι μόνο δεν προσπάθησε να διορθώσει τα κακώς κείμενα, αλλά με πράξεις ή παραλείψεις του μας οδήγησε στον όλεθρο.

Αλήθεια τρίτη. Ο Παπανδρέου χάιδεψε αυτιά. Υποσχέθηκε πολλά λέγοντας το περιβόητο “λεφτά υπάρχουν” και κέρδισε τις εκλογές με μεγάλη διαφορά.

Αλήθεια τέταρτη. Κανένας δεν του χαρίστηκε, ούτε του έδωσε μια μικρή, έστω, περίοδο χάριτος. Από τις παραμονές των εκλογών το ΠΑΜΕ είχε ξεσηκώσει τους λιμενεργάτες που νέκρωσαν το λιμάνι του Πειραιά, ενώ Μπαρόζο και Αλμούνια έσφιγγαν όλο και πιο πολύ τη θηλιά γύρω από τον λαιμό του. Αυτά είχα αναφέρει εν ολίγοις. Συνεχίζουμε τώρα.

Αλήθεια πέμπτη. Η κυβέρνηση άργησε να οργανωθεί. Της χρειάστηκαν πάνω από έξι μήνες για να ορίσει Γενικούς Γραμματείς στα υπουργεία. Ακόμη και σήμερα, ένα χρόνο μετά, δεν είμαι σίγουρος αν έχουν οριστεί Διοικητικά Συμβούλια σε δημόσιες επιχειρήσεις και οργανισμούς, κρίσιμους για την εξέλιξη της οικονομίας. Εντωμεταξύ τα πάντα νέκρωναν, τα spreads ανέβαιναν μέχρι που έφτασαν να ξεπεράσουν τα αντίστοιχα της Zιμπάμπουε ή του Ταμτούμ και η χώρα βρέθηκε όχι ένα βήμα, αλλά λίγα μόλις εκατοστά πριν από την άβυσσο. Οι Κοινοτικοί μάς απειλούσαν λέγοντας πως το πάρτι τέλειωσε, η Μέρκελ εμφανιζόταν εξοργισμένη και εντελώς απρόθυμη να βοηθήσει, οι πάντες μας λοιδορούσαν και το Spiegel έφτασε να μας δείχνει το ορθωμένο του δάχτυλο. Φταίει ο Παπανδρέου για το αδιέξοδο που δημιουργήθηκε; Σιγουρότατα όχι. Μπορεί να πελαγοδρόμησε στην αρχή, μπορεί να καθυστέρησε, αλλά δεν είναι αυτός υπεύθυνος ούτε για το υπερβολικό έλλειμμα, που οι άλλοι έκρυβαν όπως η γάτα το σκατό, ούτε για το δυσθεώρητο χρέος. Αντίθετα έτρεξε, παρακάλεσε, παζάρεψε, με αποτέλεσμα να υπάρξει την τελευταία κυριολεκτικά στιγμή ο επώδυνος, αλλά αναγκαίος, Μηχανισμός Στήριξης και να μην αναγκαστεί να πτωχεύσει η χώρα.

Αλήθεια έκτη. Έπρεπε να ληφθούν μέτρα; Βεβαιότατα ναι. Η χώρα είχε φτάσει στο μη περαιτέρω. Ο γιγάντιος κρατικός μηχανισμός είχε μπλοκάρει τα πάντα, με αποτέλεσμα να επικρατεί παντού η διαφθορά, η αδιαφάνεια, η συναλλαγή, οι κλίκες και τα παραμάγαζα. Το ότι αμέλησε να το κάνει η προηγούμενη και η προ-προηγούμενη κυβέρνηση αυτό δεν σημαίνει πως δεν θα έπρεπε να παρθούν κιόλας. Το ασφαλιστικό, το άνοιγμα των κλειστών επαγγελμάτων και η εξυγίανση του δημόσιου τομέα θεωρούνταν καυτές πατάτες που κανένας δεν τολμούσε να αγγίξει. Εδώ είχαμε φτάσει, εν έτη 2010, να μην γνωρίζει πόσους απασχολεί το Δημόσιο, πόσους πληρώνει και προπάντων από πού. Δεκάδες χιλιάδες συνταξιούχοι που είχαν αποδημήσει προ πολλού εις Κύριον, εξακολουθούσαν και εξακολουθούν να λαμβάνουν κανονικά τις συντάξεις τους. Για τέτοια κατάντια μιλάμε! Και χρειάστηκε να γίνει απογραφή και να στηθεί επιτέλους μία Ενιαία Αρχή Πληρωμών για να αρχίσει να ξεκαθαρίζει λίγο το πράγμα.

Αλήθεια έβδομη. Η κυβέρνηση μετά την υπογραφή του Μνημονίου έδειξε μια αξιοζήλευτη αποφασιστικότητα, τόσο στην εφαρμογή του, όσο και στη λήψη επώδυνων μέτρων και ο Πρωθυπουργός δήλωνε σε όλους τους τόνους πως δεν τον ενδιαφέρει το πολιτικό κόστος. Έλαβε σκληρές αποφάσεις και συγκρούστηκε τόσο με τα συνδικάτα όσο και με οργανωμένα συμφέροντα. Μέχρι εκεί όμως, γιατί ο μεγάλος ασθενής, το υπερτροφικό Δημόσιο, ζει και βασιλεύει. Δεν το περιόρισε ούτε προχώρησε σε κατάργηση και συγχώνευση χιλιάδων άχρηστων οργανισμών και επιχειρήσεων που κατασπαταλούν και ροκανίζουν το δημόσιο χρήμα. Έτσι ό,τι κέρδισε από τη λήψη των περιοριστικών μέτρων το έχασε από τις σπατάλες των ΔΕΚΟ, των ΟΤΑ και των Νοσοκομείων. Είναι νωρίς ακόμη; Θα δείξει. Πάντως τώρα τελευταία, έδειξε πως υπολογίζει και το πολιτικό κόστος αφού άρχισε τα δωράκια. Έτσι όμως δουλειά δεν γίνεται.

Αλήθεια όγδοη. Η μόνη λύση είναι η πιστή εφαρμογή του Μνημονίου. Μπορεί να ακούγεται δυσάρεστο, αλλά δυστυχώς τα αυγά δεν βάφονται με πορδές. Ένα νοικοκυριό που ξοδεύει πολύ περισσότερα από όσα εισπράττει, αργά ή γρήγορα θα πάει φούντο. Εκτός εάν πατήσει έγκαιρα φρένο, βάλει μια τάξη στα οικονομικά του και αρχίσει πάλι από την αρχή. Το ίδιο ισχύει και για το κράτος. Μόνο έτσι, μόνο αν πιάσουν τόπο τα μέτρα, θα συναινέσουν οι δανειστές μας να επιμηκύνουν τον χρόνο εξόφλησης του χρέους, ώστε να μπορέσουμε να ορθοποδήσουμε. Όλα τα άλλα είναι εκ του πονηρού.

Αλήθεια ένατη. Για ανάπτυξη ακούμε και ανάπτυξη δεν βλέπουμε. Όμως, με τις υπάρχουσες συνθήκες, για να κάνει κάποιος μια επένδυση στην Ελλάδα θα πρέπει να είναι ή λαμόγιο, που αποσκοπεί σε κάποια αρπαχτή, ή τρελός. Και μιας και δεν υπάρχουν πολλοί τέτοιοι, δεν πρόκειται να δούμε ούτε σεντς αν δεν σοβαρευτούμε. Γιατί το λέω αυτό; Γιατί στην Ελλάδα του χθες και του σήμερα έχει τεθεί υπό διωγμό η επιχειρηματικότητα και το κέρδος έχει δαιμονοποιηθεί. Αναλογιστείτε όμως πόσοι από εμάς είναι διατεθειμένοι να στήσουν μια δουλειά με στόχο όχι να κερδίσουν, αλλά αντίθετα να χάσουν. Ουδείς. Και προκαλώ έναν που θα ισχυριστεί το αντίθετο. Χώρια από αυτό όμως, μπορεί στην πράξη να προχωρήσει μια επένδυση; Πολύ αμφιβάλλω. Αν δεν την μπλοκάρει ο Κουβέλης και η Μπιρμπίλη, με τις γνωστές “ευαισθησίες” τους, σίγουρα θα μπλέξει σε κάποιο δήμαρχο, σε κάποιο γείτονα που ενοχλείται, σε έναν περιβαλλοντικό σύλλογο, τέλος πάντων, που θα σε τυλίξει σε μια κόλα χαρτί και θα σε στείλει στο Συμβούλιο Επικρατείας και άντε ξεμπέρδευε. Εδώ στοίχειωσε η εκτροπή του Αχελώου, το γήπεδο του Παναθηναϊκού και τόσα άλλα, και εσύ, αφελή φορολογούμενε, ονειρεύεσαι ανάπτυξη και περιμένεις επενδύσεις; Εδώ έρχεται το ΣτΕ και ακυρώνει νόμο του 1997 για μια τεράστια επένδυση που ολοκληρώνεται ήδη, εδώ το ίδιο δικαστήριο ακύρωσε την άδεια του Παγοδρομίου που λειτουργεί εδώ και δυόμισι χρόνια, και εσύ μου λες παραμύθια!

Αλήθεια δέκατη. Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη. Μόνο που για να υπάρχουν εργάτες πρώτα και πάνω από όλα θα πρέπει να υπάρχουν και εργοδότες. Αλλιώς δουλειά…πάπαλα! Έτσι συνηθίζεται να γίνεται και δεν βλέπω με ποιο τρόπο μπορεί να αλλάξει αυτό. Όταν δαιμονοποιείς την επιχειρηματικότητα, όταν το κράτος σε θεωρεί δεδομένο φοροφυγά και έρχεται κάθε τρεις και λίγο και σου τα παίρνει με τις περιβόητες περαιώσεις, όταν όλοι οι εργατικοί νόμοι αποσκοπούν στην προστασία της εργασίας και μόνο, κάτι δεν πάει καλά. Έτσι είναι, φίλε μου. Δεν μπορείς να πολεμάς με νύχια και με δόντια την επιχείρηση, να βάζεις μύρια όσα εμπόδια σε κάθε επένδυση και μετά να κάθεσαι να κλαις για τις χαμένες θέσεις εργασίας. Και σε αυτό το σημείο οι θέσεις των κομμάτων της Αριστεράς είναι τουλάχιστον αλλοπρόσαλλες. Κλείστε τα λιμάνια, τα αεροδρόμια, τα μουσεία, καταλάβετε την Ακρόπολη, πείτε όχι στο Μνημόνιο για να πτωχεύσει η πλουτοκρατία. Μα, βρε αθεόφοβοι, το κράτος θα πτωχεύσει. Οι μισθοί και τα μεροκάματα θα μείνουν απλήρωτα. Θα κλείσουν οι τράπεζες και θα χάσει η μαρίδα τις λίγες καταθέσεις της, ενώ η πλουτοκρατία που μάχεστε όχι μόνο θα βρει τρόπο να επιβιώσει, αλλά θα μπορέσει να εκμεταλλευτεί τις συνθήκες χάους που θα δημιουργηθούν και θα ενισχύσει ακόμη περισσότερο τη θέση της. Τα καταλάβατε; Εδώ το ΚΚΕ ήταν το πρώτο που μείωσε τους μισθούς των εργαζομένων του και τώρα προχωρά σε απολύσεις προσωπικού.

Αλήθεια ενδέκατη. Δεν πήγε και ούτε θα πάει κανένας φυλακή. Το πολιτικό σύστημα ξέρει τον τρόπο να αυτοπροστατεύεται. Έτσι, όσες εξεταστικές και να στήσει, το αποτέλεσμα θα είναι πάντα το ίδιο. Θα παίζει για λίγο καιρό στα κανάλια, θα τροφοδοτεί τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων και πέραν τούτου ουδέν. Με αυτό τον τρόπο όμως δεν οδηγούμαστε πουθενά. Δεν είναι δυνατόν από τη μια να κόβεις το δώρο του συνταξιούχου των 500 ευρώ και από την άλλη να επιτρέπεις να κυκλοφορούν ελεύθεροι μεγαλόσχημοι πρώην υπουργοί που τα τσέπωσαν χοντρά. Δεν στέκεται, δεν γίνεται, γιατί εκτός από απαράδεκτο είναι και ανήθικο. Άφησε που αποθρασύνονται και σου ζητάνε και τα ρέστα. Βατοπέδι; Πού το είδατε το σκάνδαλο; Έτσι δεν λένε; Siemens, ομόλογα και δεν ξέρω ποιο άλλο. Και εδώ μιλάμε μόνο για τις σκαστές περιπτώσεις. Για αυτές που τους τσάκωσαν με τη γίδα στον ώμο. Φανταστείτε πόσα άλλα έχουν κουκουλωθεί χωρίς να γίνει περαιτέρω έρευνα.

Αλήθεια δωδέκατη και τελευταία. Πρόθεση της αντιπολίτευσης είναι να κοντύνει την κυβέρνηση. Να την ταπεινώσει και να την εμφανίσει πως πολιτεύεται κόντρα στη βούληση του ελληνικού λαού. Αυτό μέχρις ενός σημείου είναι θεμιτό. Όταν βάζει όμως το Μνημόνιο στη μέση, παίζει εν ου παικτοίς. Με πράγματα δηλαδή που δεν χωρούν παιχνίδια. Πέρα και έξω από κάθε όριο, γιατί θυσιάζει στην αρένα της πολιτικής την επιβίωση της χώρας. Φαντάζεστε τι θα συμβεί αν γίνει πιστευτή και αποδοκιμαστεί η κυβέρνηση; Φαντάζεστε τις ιαχές, τους πανηγυρισμούς και τα παράθυρα; Φαντάζεστε μετά τον Παπανδρέου να πει “εγώ δεν μπορώ να κυβερνήσω έτσι και ζητώ ανανέωση της λαϊκής εντολής”; Πριν προλάβεις να πεις κύμινο θα μας έχουν κόψει τον βήχα οι τροϊκανοί και εκεί κατά Χριστούγεννα μεριά θα βαρέσουμε το μεγάλο κανόνι. Δυστυχώς έτσι έχουν τα πράγματα και όσο πιο γρήγορα το καταλάβουμε, τόσο καλύτερα για όλους.

Δευτέρα, Οκτωβρίου 25, 2010

ΜΝΗΜΟΝΙΟ

Είπα να βάλω φρένο στον εαυτό μου και να σιωπήσω. Κουβέντα να μην πω, ούτε να γράψω. Να το παίξω μουγκός, προσωρινά τουλάχιστον. Μέχρι τις εκλογές οπωσδήποτε, γιατί δεν θέλω να μπλεχτώ με τα τοπικά. Να αφήσω τους ανθρώπους να πούνε με την ησυχία τους τα δικά τους. Να μας τάξουν τα συνηθισμένα. Ξέρετε τώρα: Γιοφύρια και ποτάμια, και αν παρασφίξουν τα πράγματα και ζοριστούν, γιατί όχι και μαρίνες και καράβια που θα ανεβοκατεβαίνουν καθημερινά στην Αθήνα, πάρκινγκ, αστυνομικά μέγαρα και γιατί όχι και νοσοκομεία. Εντός και εκτός πόλεως αυτά. Και ακόμη, αναβάθμιση του Πανεπιστημίου, σύσφιξη των σχέσεών του με την τοπική κοινωνία και ίδρυση νέων σχολών. Αυτά περίμενα να ακούσω να εξαγγέλλονται για πολλοστή φορά, και να κοινοποιούνται οράματα και σχέδια ολοκληρωμένα. Να όμως που μου χάλασε τη σούπα ο Σαμαράς με τα περί Μνημονίου.
Δειλά το ξεκίνησε στην αρχή, και σκέφτηκα πως δεν μπορεί, πλάκα μας κάνει. Με τον πόνο μας παίζει. Έλα όμως που ο λαός ζορίζεται από χίλιες μεριές! Έλα που μισθωτοί και συνταξιούχοι γονάτισαν από τις περικοπές και τους φόρους! Έλα που μαγαζάτορες και επιχειρηματίες είτε βάζουν λουκέτο, είτε είναι στα πρόθυρα χρεοκοπίας και, ως γνωστόν, όποιος πνίγεται, προσπαθεί να κρατηθεί και από τα μαλλιά του ακόμη. Έτσι όταν τον άκουσαν για πρώτη φορά να λέει πως έχει τρόπο και από το Μνημόνιο να μας απαλλάξει και το έλλειμμα της χώρας να μηδενίσει μέσα σε ένα χρόνο, γέλασαν με αυτό το γέλιο του πικραμένου. Του στερημένου, του νηστικού που του τάζουν καρβέλια. Τη δεύτερη φορά όμως έστησε το αυτί του. Μας τα ’παν κι άλλοι αυτά, σκέφτηκε. Πες πες όμως κάποιοι άρχισαν να τσιμπούν το δόλωμα και να αναρωτιούνται: Λες;
Ζεματισμένη ακόμη από το Μνημόνιο και τις περικοπές η μεγάλη πλειοψηφία κρατά αποστάσεις από την κυβέρνηση και κάπως έτσι οι δημοσκοπήσεις δεν της βγαίνουν. Αργά, ως συνήθως, συνειδητοποίησε πως κινδυνεύει να συντριβεί στις κάλπες του “Καλλικράτη” και άλλαξε τροπάρι. Αντιμνημονιακοί εσείς; Μνημόνιο και των γονέων εμείς, γιατί χανόμαστε. Κάπως έτσι χάθηκε η ουσία των τοπικών εκλογών. Κάπως έτσι παρασύρθηκα κι εγώ, αθέτησα τον λόγο μου, και νάμαστε πάλι μαζί.
Ο Παπανδρέου φταίει, λέει ο Σαμαράς, για τα χάλια της οικονομίας. Αυτός οδήγησε τη χώρα στο ΔΝΤ, αυτός έφερε τη φτώχεια και την ανεργία, αυτός ευθύνεται για την ύφεση και τα λουκέτα στα μαγαζιά. Πρωθυπουργό του Μνημονίου τον ανεβάζει, υποτελή της Τρόικας τον κατεβάζει και τον φοβερίζει με εξεταστικές, όταν και όποτε γίνει πρωθυπουργός ο ίδιος. Και η πλάκα είναι πως δείχνει να τα πιστεύει αυτά που λέει. Και θα μας βγάλει από το Μνημόνιο, και θα φέρει ανάπτυξη στον τόπο, και θα μηδενίσει το έλλειμμα μέσα σε ένα χρόνο! Για στάσου, βρε Μεγάλε, γιατί θα μας κουφάνεις εσύ!
Η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας δεν ήταν που την έκανε με ελαφρά πηδηματάκια αφού διέλυσε τα πάντα; Κάτω από το βάρος των σκανδάλων της δεν συνετρίβει, ή μήπως κάνω λάθος; Εσύ πού ήσουν τότε; Σε κανένα άλλο πλανήτη; Δεν ήσουν υπουργός της κυβέρνησης Καραμανλή; Δεν τα έβλεπες τότε; Και αφού γνώριζες τη λύση γιατί δεν του την έλεγες, του χριστιανού, αλλά τον άφηνες να τραβιέται και να μας παρασύρει όλους μαζί στον όλεθρο; Εκτός; Εκτός, λέω εγώ τώρα, και αν πρέπει να λέμε και καμιά βλακεία (άλλη λέξη ήθελα να γράψω) πότε πότε απλά και μόνο για να περνά η ώρα. Εδώ όμως το παιχνίδι άρχισε να χοντραίνει επικίνδυνα και κάποιες αλήθειες, γνωστές σε όλους, πρέπει να τις ξαναπούμε, όχι για τίποτα άλλο, αλλά για να ξέρουμε πού βρισκόμαστε. Όσο πικρές και αν είναι αυτές. Όσο και αν κινδυνεύουμε να στεναχωρήσουμε κάποιους και να χαλάσουμε τις καρδιές μας, μέρες που είναι.
Αλήθεια πρώτη. Ο Σημίτης, παρά τις όποιες επιτυχίες (ένταξη της χώρας στην ΟΝΕ, μεγάλα έργα, ένταξη της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση) παρέδωσε στον Καραμανλή ένα εξοργιστικά πολυάνθρωπο και εξαιρετικά σπάταλο κράτος που νοσούσε βαθύτατα. Εκτός από διεφθαρμένο και αφερέγγυο, ήταν απελπιστικά αναποτελεσματικό και με μια γραφειοκρατία που τσάκιζε κόκαλα. Αυτή την Ελλάδα παρέδωσε. Θα μου πεις τώρα, μόνο αυτός έφταιγε; Σίγουρα όχι. Κυβέρνησε ωστόσο οκτώ ολόκληρα χρόνια και όπως είναι γνωστό, εκ του αποτελέσματος κρίνονται όλοι. Και όσο για την ανάπτυξη του 4 και 5 τοις εκατό που μας τσαμπουνά εκ των υστέρων, ας έλλειπαν τα δεκάδες δισεκατομμύρια της Ολυμπιάδας και σου έλεγα εγώ! Όχι. Δεν έφυγε ο Σημίτης επειδή έτσι του την έδωσε ξαφνικά. Την πανωλεθρία φοβήθηκε και όταν κατάλαβε πως το γιγάντιο πακέτο, που μοίρασε στη ΔΕΘ το φθινόπωρο του 2003, δεν ήταν ικανό να αναστρέψει το κλίμα.
Αλήθεια δεύτερη. Αυτό το κράτος παρέλαβε ο Καραμανλής το 2004, έχοντας κάνει σημαία του τη μάχη κατά της διαφθοράς και έχοντας, κατά τους ισχυρισμούς του, το λεγόμενο “ηθικόν πλεονέκτημα”. Κάπως έτσι άρχισε το ταξίδι για την κόλαση. Από το σεμνά και ταπεινά που ευαγγελιζόταν, φτάσαμε στους κολλητούς, τους κουμπάρους, τα δικά μας παιδιά, τις μίζες και τις ρεμούλες. Η παράταξη του κ. Σαμαρά έκανε τις υποκλοπές, καταλήστεψε τα αποθεματικά των ασφαλιστικών ταμείων και έκανε κόλλυβα την Ελλάδα και τη χάρισε στους μοναχούς του Βατοπεδίου. Σκάνδαλα πάσης φύσεως και μεγέθους. Από τα πιο απλά μέχρι τα πιο σύνθετα. Από τον θάνατο του Βαρθολομαίου στα σκαλιά μιας πολυκατοικίας, μέχρι το “πήδημα” του Ζαχόπουλου. Ψευτιές, αναξιοπιστίες, αδιαφάνειες. Και το πιο σύντομο ανέκδοτο; Τα στοιχεία που στέλναμε στους κουτόφραγκους. Τα περιβόητα greek statistic.
Αλήθεια τρίτη. Ο Παπανδρέου έδωσε ελπίδα στον λαό. Από τη μια στηλίτευε τα σκάνδαλα και από την άλλη χάιδευε αυτιά. Έλεγε πως λεφτά υπάρχουν. Ίσως και να το πίστευε κιόλας. Ίσως δεν περίμενε να είναι τόσο τραγική η κατάσταση. Το είπε όμως. Και πήρε τις εκλογές με 10 τόσες μονάδες διαφορά. Άργησε να το συνειδητοποιήσει; Καθυστέρησε να αντιδράσει; Ίσως. Το πρόβλημα ωστόσο ήταν υπαρκτό.
Αλήθεια τέταρτη. Με το που βγήκε έπεσαν όλοι πάνω του να τον φάνε. Από το ΚΚΕ που φρένιασε κυριολεκτικά, μέχρι τον Μπαρόζο και τον Αλμούνια. Στις 4 του Οκτώβρη έγιναν οι εκλογές και όμως από την πρώτη του μήνα, πριν αναλάβει δηλαδή, το ΠΑΜΕ είχε καταλάβει το λιμάνι του Πειραιά. Και οι Κοινοτικοί ζητούσαν μέτρα εδώ και τώρα. Τα λησμονήσαμε; Δεν νομίζω. Ούτε εξαντλήσαμε το θέμα. Απλά θα χρειαστεί να επανέλθω και αυτό σκοπεύω να κάνω.

Δευτέρα, Σεπτεμβρίου 20, 2010

Μηχανισμός στήριξης

Στην Ένωση μάς έβαλαν

με το ευρώ στην ούγια

μα οι συζευτάδες είχανε

χιλιώ διαόλω χούγια.

.

Και μιας και καταντήσαμε

το κράτος μας για γέλια

στα σοβαρά μάς έχωσαν

το … ΔουΝουΤου στα σκέλια.

.

Ασχέτως που μηχανισμό

τον λεν, ετσά για γούρι,

δεν παύει να ’ναι ολόδροσο

και τροφαντό αγγούρι.

.

Που οι έχοντες με χάχανα

θα το υποδεχτούνε

κόντρα στους δύστυχους γραικούς

που σκούζουν και πονούνε.

.

Λυγίζουνε, ζεβλώνουνε,

όχι από χαραχτήρα,

αλλά από την πίεση

που νιώθουν στον …σφιχτήρα.

.

Μέχρι την ώρα που ο λαός

θα ’ρθει ν’ αλλοφρονήσει

και με τη φορτωτήρα του

παΐδια θα λιανίσει.

.

Όλων εκείνων που ’φταιξαν

για τούτονα το χάλι

καθηγητάδων και τρανών

πρωθυπουργών που πάλι

.

τα ίδια αναμασήματα

ξερνούν στον πάσα ένα

και λησμονούνε, δυστυχώς,

και κλέφτες και κλεμμένα.

.

Μα βρήκανε τη συνταγή

της αποθεραπείας:

Δουλειά μέχρι τα εκατό

που λόγω ηλικίας

.

το Πι θα είναι χρήσιμο

πάπια ή καθετήρας

τα χάπια για την πίεση

μπορεί κι αναπνευστήρας.

.

Φόροι, στα ύψη οι τιμές,

μηδενικές αυξήσεις

συντάξεις στο περίμενε

εφάπαξ; Αν θα ζήσεις.

Επιμύθιον

Ενθάδε κείται Έλληνας

πεσών εκ προοιμίου

στη μάχη της εφαρμογής

μέτρων και Μνημονίου.


Τρίτη, Ιουλίου 13, 2010

Περί Αρχών και όχι μόνο

Πως έχουμε κράτος της πλάκας, που εξακολουθεί να πορεύεται λόγω κεκτημένης ταχύτητας μόνο και με κατεύθυνση το άγνωστο, αφού έχουμε αναθέσει τη λειτουργία του στον αυτόματο πιλότο, το είχα καταλάβει από χρόνια. Πως δεν θα αποκτήσουμε όμως ποτέ ένα μοντέρνο και σύγχρονο κράτος, το κατάλαβα δυστυχώς τώρα τελευταία. Κάλλιο αργά παρά ποτέ, θα παρατηρήσεις, φίλε μου, και θα έχεις χίλια δίκια. Όμως, πώς να το κάνουμε. Θέλεις επειδή είμαι ρομαντικός, θέλεις επειδή πέσαμε στην ανάγκη της Τρόικας, είχα κάποιες ελπίδες. Είναι και εκείνος ο Πρωθυπουργός που τον βλέπεις τόσο αποφασισμένο και λες, δεν μπορεί, αυτός ο άνθρωπος το έχει πιάσει το νόημα. Και μιας και το έπιασε, κάτι θα καταφέρει.

Πάνω που πας να αναθαρρήσεις ωστόσο, εδώ που τα λέμε δεν είναι και λίγο η ψήφιση του ασφαλιστικού, χραπ, την τρως την ξεγυρισμένη κατραπακιά και ξαναγυρίζεις στα ίσια σου. Θέλεις ένα παράδειγμα; Άκου και θα φρίξεις. Καμιά Αρχή, λέει, και καμιά αρμόδια υπηρεσία δεν γνωρίζει σ’ αυτό τον ρημαδοτόπο πόσους υπαλλήλους έχει αυτή η χώρα. Πόσοι υπηρετούν και πού, αν εργάζονται, πόσα παίρνουν και προπάντων αν δικαιούνται να τα παίρνουν. Τα ίδια και χειρότερα ισχύουν και για τους συνταξιούχους. Έρχεται τώρα η Πολιτεία και σου λέει, θα κάνω απογραφή. Δήλωσέ μου, κύριε, ποιος είσαι, πού υπηρετείς και πόσο πληρώνεσαι, για να μάθω κι εγώ ο περίεργος και να δω τι θα κάνω με την περίπτωσή σου.

Να μπορέσω να στήσω μια ενιαία υπηρεσία πληρωμών. Να ξέρω τι μου γίνεται, βρε αδελφέ, να δω αν έχω να σε πληρώσω και αν δεν φτάνουν, που δεν φτάνουν τα ρημάδια, να δω πού θα βρω δανεικά και αν θα με δανείσουν εντέλει. Με την ευκαιρία, μιας και σκοπεύω να καταργήσω οργανισμούς, να συγχωνεύσω άλλους και να ανακατανείμω το προσωπικό που περισσεύει, δήλωσε μου τα προσόντα σου, να δω πού θα σε βολέψω. Λογικό; Λογικό μού ακούγεται εμένα, όπως και σ’ εσένα, νομίζω. Έχει καμιά σημασία όμως αυτό; Καμία, σου απαντώ μετά πάσης βεβαιότητος, γιατί διαφωνεί η Ανεξάρτητη Αρχή. Ποια Αρχή; Η Αρχή Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων και μη με ρωτήσεις τώρα τι την πείραξε, γιατί θα βάλω τις φωνές.

Είναι ποτέ δυνατόν, λέει, να σε ρωτά η Πολιτεία αν γνωρίζεις ξένες γλώσσες και ποιες; Αν έχεις τίτλο σπουδών, ποιον και με τι βαθμό; Αν έχεις μεταπτυχιακό, μάστερ ή διδακτορικό και πάνω σε ποιο θέμα; Αν έχεις κάνει επιμόρφωση; Αν έχεις λάβει επαίνους; Αν τιμωρήθηκες ποτέ για πειθαρχικό παράπτωμα, τι είδους ήταν αυτό και με ποια ποινή; Αν επιθυμείς να μεταταγείς σε κάποια άλλη υπηρεσία και ποια; Μα αυτά είναι προσωπικά δεδομένα και πρέπει να παραμείνουν επτασφράγιστο μυστικό. Αφορούν μόνο εσένα και αν το κράτος θέλει να σε αξιολογήσει σωστά, ας καταφύγει σε μέντιουμ. Αρκεί να έχει άδεια ασκήσεως επαγγέλματος και να εκδίδει νόμιμες αποδείξεις. Και για να έλθει να δέσει το πράγμα, βγήκε και η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων και συστήνει στα μέλη της να μην συμπληρώσουν την ηλεκτρονική δήλωση. Αλήθεια, τι φοβούνται οι δικαστές μας; Ας σοβαρευτούμε όμως.

Είναι κρίμα μια τόσο σοβαρή προσπάθεια να συναντά τέτοιου είδους εμπόδια. Πιστεύω στον θεσμό των Ανεξάρτητων Αρχών. Τις θεωρώ πολύ σημαντική κατάκτηση, όπως θεωρώ πως και οι ίδιες θα πρέπει να αυτοπροστατευτούν αποφεύγοντας, αν όχι τις σκοπιμότητες, τουλάχιστον τις υπερβολές και αντί για την προστασία του πολίτη να στρέφονται τελικά εναντίον του. Με την ευκαιρία θα ήθελα να θέσω και ένα άλλο ερώτημα. Αλήθεια, ποιον προστατεύει η απαγόρευση της δημοσιοποίησης των στοιχείων όσων παρανομούν; Τον παράνομο ή το κοινωνικό σύνολο;

Πως είμαστε για γέλια, το έχω γράψει κατ’ επανάληψη και αν το ξαναγράφω είναι γιατί κάτι με πιάνει με τα τόσα τρελά που ακούγονται και γίνονται καθημερινά. Τι θέλω να πω; Άκουσε και βγάλε τα συμπεράσματά σου. Πήρε μια σωστή, σωστότατη πρωτοβουλία το Υπουργείο Περιβάλλοντος. Αποφάσισε επιτέλους να βάλει μια τάξη στην πολεοδομική και χωροταξική αναρχία που επικρατεί στη χώρα. Και πάνω που ήμουν έτοιμος να αρχίσω τα χειροκροτήματα, πιάνω τον εαυτό μου να θέλει να βρίσει. Πολύ όμως. Άσχημα. Να πει βαριές κουβέντες από εκείνες που χαλούν καρδιές και μένουν για πάντα στη μνήμη.

Γιατί; Γιατί με νομοσχέδιο αναστέλλονται όλες οι οικοδομικές άδειες σε κάπου 12.000 περιοχές, στο σύνολο της επικράτειας σχεδόν, μέχρι να ολοκληρωθούν οι δασικοί χάρτες. Πώς; Όπως το ακούσατε. Δεν αναστέλλονται οι άδειες που αφορούν τα όρια των περιοχών, όπου τέλος πάντων υπάρχει φόβος αυθαιρεσιών, αλλά όλες. Δεν φτάνουν τα μέτρα που μας έχουν κάνει να βλέπουμε αστράκια, δεν φτάνει η επιτήρηση, δεν φτάνει η ύφεση, δεν φτάνει που μέτρα για την ανάπτυξη ακούμε και μέτρα δεν βλέπουμε, ήλθε και αυτό. Α, αφήνει ανοικτό και ένα τόσοδα παραθυράκι. Αυτό της ένστασης. Εσείς όμως, οι υποψιασμένοι, ξέρετε τι σημαίνει αυτό. Κάποιος θα πρέπει να γνωματεύσει, κάποιος να αποφασίσει, κάποιος να υπογράψει. Έτσι όμως δεν διαιωνίζουμε το πρόβλημα της διαφθοράς και της αδιαφάνειας; Έναν παπά, βρε παιδιά. Γρήγορα έναν παπά, να κάνει ένα τρισάγιο, να διαβάσει μια ευχή, να κάνει κάτι τέλος πάντων, γιατί έτσι όπως πηγαίνουμε, μας βλέπω κατευθείαν για το τρελάδικο.

Επικίνδυνα πανίσχυρες μειοψηφίες

Είπα παπά και θυμήθηκα την περίεργη τροπή που έχουν πάρει τα πράγματα τα τελευταία χρόνια. Πόσο εύκολα γκρεμίζονται ιδέες, αξίες, σύμβολα. Για τόλμησε να βγεις για παράδειγμα να υποστηρίξεις τα εθνικά δίκαια, τις ιστορικές μνήμες, τις επετείους και τα σύμβολα. Για βγες, αν σου βαστά, να μιλήσεις για τον ελληνισμό που δοκιμάζεται, τον θεσμό της οικογένειας που κλονίζεται, τα ιερά και τα όσια και γιατί όχι και την Εκκλησία; Θα βγουν οι τάχαμου προοδευτικοί και θα σου προσάψουν τα μύρια όσα.

Θα σου φορτώσουν πως διαπνέεσαι από τα ελληνοχριστιανικά ιδεώδη, ξέρεις τώρα, Πατρίς-Θρησκεία-Οικογένεια, άρα είσαι Ελληναράς, νοσταλγός της Χούντας, ακροδεξιός και φασίστας. Ίδιος συνειρμός δηλαδή με αυτόν του γνωστού ανέκδοτου. «Έχεις ενυδρείο; Άρα σου αρέσει η θάλασσα, τα ψάρια, οι όμορφες ακρογιαλιές, τα σπορ, το κολύμπι, οι ταβέρνες και τα μπαράκια, οι γκόμενες. Άρα, φίλε μου, είσαι άντρας. Δεν έχεις ενυδρείο; Είσαι αδελφάρα του κερατά». Εκεί καταντήσαμε. Να μην μπορούμε να κατακρίνουμε τον αληταρά που πατά κάτω, βεβηλώνει και σκίζει τη σημαία, για να μην μας κολλήσουν τη ρετσινιά.

Οι Έλληνες σε ποσοστό πάνω από 90% είμαστε χριστιανοί ορθόδοξοι. Πηγαίνουμε πότε πότε στην εκκλησία, κάνουμε τον σταυρό μας και στην πρώτη δυσκολία φωνάζουμε «βοήθα Παναγιά». Και όμως. Αρκεί μία προσφυγή ενός αλλόθρησκου ή ενός, κατά δήλωσή του, άθεου, για να βγει μια δικαστική απόφαση που επιβάλλει την απομάκρυνση των εικόνων από τα δημόσια κτίρια, την κατάργηση του θρησκευτικού όρκου και πάει λέγοντας, επειδή τάχαμου αισθάνεται πως προσβάλλονται ή περιορίζονται τα δικαιώματά του. Και των πολλών, ερωτώ εγώ; Τι σόι δημοκρατία έχουμε όταν οι ελάχιστοι έχουν τη δυνατότητα να επιβάλλουν τη θέλησή τους στους πολλούς;

Μην πάτε μακριά. Το 2006, αν δεν κάνω λάθος, έγινε μια περίεργη μάζωξη στη Θεσσαλονίκη. Από αυτές που κάποιοι ανεγκέφαλοι στήνουν κατά καιρούς, στην προσπάθειά τους να αποδείξουν πως υπάρχει τάχα Μακεδονική Μειονότητα στη Βόρεια Ελλάδα που καταπιέζεται. Παρόντες, κατά δήλωσή τους, Σλαβόφωνοι, Οθωμανοί, Ελληνόφωνοι, Άεθνοι, Άθεοι και Απάτριδες. Ομιλητές, εκτός του γνωστού και μη εξαιρετέου «Ουράνιου Τόξου», ο πολύς κ.Τρεμόπουλος των Οικολόγων Πράσινων, που έκανε τις γνωστές ανθελληνικές δηλώσεις, και κάποιος Γιάννης Κωνσταντίνου, που δήλωσε ελληνόφωνος κεντροαριστερός δικηγόρος. Ε, αυτόν τον ελληνόφωνο βρήκε η κυβέρνησή μας να διορίσει Πρόεδρο της Διεθνούς Έκθεσης Θεσσαλονίκης. Συγχαρητήρια, παιδιά!

Μην το ψάχνεις, φίλε μου. Σήμερα αν δεν δηλώσεις διαφορετικός δεν βλέπεις Θεού πρόσωπο. Κι ας είσαι αυτός που καλείσαι να σηκώσεις στις πλάτες σου το βάρος της ανάταξης της ελληνικής οικονομίας. Θα μπορούσε, αν υπήρχε βούληση, να εξοικονομήσει πολύ εύκολα η κυβέρνηση αρκετές δεκάδες, ίσως και εκατοντάδες δισεκατομμύρια, αν αποφάσιζε να παραχωρήσει για αξιοποίηση το παλιό αεροδρόμιο του Ελληνικού. Από τα 40,000 στρέμματα θα μπορούσε να κρατήσει για παράδειγμα τα 10,000 για πάρκα, πράσινο και άλλες κοινόχρηστες χρήσεις και να παραχωρήσει τα υπόλοιπα. Το ίδιο ισχύει και για τον χώρο του Παλαιού Ιπποδρόμου, το Φαληρικό Δέλτα κλπ. Τολμά; Που θα ξεσηκωθούν τα κόμματα της αριστεράς, οι οικολόγοι, οι περιβαλλοντολόγοι και οι πάσης φύσεως οργανώσεις που ασχολούνται από την προστασία της φωλιάς του κότσυφα, μέχρι τον χώρο που γεννούν οι γλάροι. Όχι πως δεν έχουν τη σημασία τους όλα αυτά, αλλά έλεος. Εντωμεταξύ εσύ, ταπεινέ και ανήμπορε της σιωπηλής πλειοψηφίας, σκάσε και πλήρωνε!

Ασυλίες

Θα μου πεις, εδώ γίνεται της κακομοίρας, αυτά σε πείραξαν; Εδώ έχουν δημιουργηθεί ανεξάρτητα βουλεβάρτα, άβατα, ιδιόμορφες ασυλίες, ιδιωτικοί στρατοί και εσύ κάθεσαι και ασχολείσαι με λεπτομέρειες; Εδώ υπάρχει κόμμα που δηλώνει ευθαρσώς πως δεν αναγνωρίζει το Σύνταγμα, πως δεν δέχεται κανένα έλεγχο στα οικονομικά του, πως έχει το δικαίωμα να κλείνει λιμάνια, να επιτρέπει ή να απαγορεύει την επιβίβαση ή την αποβίβαση των επιβατών, να καταλαμβάνει αρχαιολογικούς χώρους και να κάνει του κεφαλιού του χωρίς να δίνει λογαριασμό σε κανένα και εσύ μου τσαμπουνάς για δικαιώματα και δημοκρατίες; Άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε, δηλαδή. Παράλογο; που λέει και ο Λαζόπουλος. Μάλλον.

Όταν το κράτος αφήνει κενά, φυσικό επακόλουθο είναι να βρεθεί κάποιος να το καλύψει. Όταν αυτοπεριορίζεται, όλο και κάποια τσιτάτα θα εμφανιστούν. Είμαστε σοβαροί ή έχουμε χάσει την επαφή με την πραγματικότητα; Όταν εκλέχτηκε αυτή η κυβέρνηση, με τεράστια διαφορά σημειωτέον, βρήκε το ΠΑΜΕ στα λιμάνια ενάντια στην Cosco. Ποια ήταν η αντίδρασή της; Σε εποχές δραματικές, την ώρα που η χώρα όδευε ολοταχώς για χρεοκοπία, χρυσοπλήρωσε τους λιμενεργάτες για να δεήσουν να λύσουν την απεργία. Όταν το ΠΑΜΕ έκανε τα αίσχη στα λιμάνια, με αφορμή τη σχεδιαζόμενη άρση του καμποτάζ, γράφοντας στα παλαιότερα των υποδημάτων του δικαστικές αποφάσεις, τι έκανε πάλι; Αντί να το άρει αμέσως χωρίς όρους και προϋποθέσεις, τους επιβράβευσε στην ουσία φέρνοντας ένα χιλιομπερδεμένο και πολυδαίδαλο νομοσχέδιο που άμα βρεις άκρη, τηλεφώνησέ μου.