Κυριακή, Απριλίου 06, 2008

Μιζέρια

Εντάξει, τα νικήσαμε τα Σκόπια. Εντάξει, δεν πέρασε στον Μπους και τα τσιράκια του, σ’ αυτή τη φάση τουλάχιστον. Δεν υπάρχει Έλληνας, πιστεύω, όσο μίζερος και να ’ναι, που να μην ικανοποιήθηκε με τη στάση της Κυβέρνησης που σ’ αυτό το θέμα είχε τη συμπαράσταση ολόκληρου του πολιτικού κόσμου. Κι όλα αυτά τα περί μικροψυχίας που μας καταλόγιζαν, πως τάχα μου εμείς οι δυνατοί βάζουμε φραγμούς σε μια πολύ μικρή χώρα που το μόνο που χρειάζεται είναι συμπαράσταση και βοήθεια, είναι εκ του πονηρού.
Μα κι αυτοί, βρε παιδάκι μου, πού το πάνε το πράγμα ποτέ μου δεν κατάλαβα. Αν θεωρούν τους εαυτούς τους Σλάβους τι σχέση μπορεί να έχουν με Βεργίνες και Μεγαλέξανδρους; Εθνική ταυτότητα κλεμμένη επιζητούν, σύμβολα που ανήκουν σ’ άλλους καπηλεύονται για να δημιουργήσουν ιστορία και ν’ αποκτήσουν οντότητα. Κι αν αυτό επιδιώκουν είναι ποτέ δυνατόν να γίνει αποδεκτό; Κι αν γίνει, μπορεί ένα έθνος, ένα κράτος, ένας λαός τέλος πάντων, να σταθεί πάνω στο ψέμα; Αν πάλι θεωρούν τους εαυτούς τους Έλληνες, πού είναι το πρόβλημα; Ας βγουν να το δηλώσουν. Γραικοί είμαστε, ας πουν. Αδέλφια σας ξεχασμένα, του Φίλιππου και του Μεγαλέξανδρου απόγονοι, με κάποιες επιμειξίες έστω. Μπορεί και να το καταλάβουμε τότε, μπορεί και ν’ ανοίξουμε αγκαλιές να τους κλείσουμε μέσα, μπορεί και να τους καταστήσουμε κοινωνούς του πανάρχαιου πολιτισμού μας, της γλώσσας και της παιδείας μας. Αλλιώς;
Εντάξει. Τα Σκόπια τα νικήσαμε χωρίς να το πανηγυρίσουμε ιδιαίτερα, προς τιμήν μας. Αυτό είναι αλήθεια. Αντίθετα, σαν μεγαλόψυχοι, τους τείναμε χείρα φιλίας και συνεργασίας. Γιατί έτσι είμαστε εμείς οι Ρωμιοί. Χουβαρντάδες κι ανοιχτοχέρηδες στα πολλά και σοβαρά, μίζεροι και κακομοίρηδες στ’ απλά και τα καθημερινά. Σίγουρα τα μάθατε τα νέα. Έξωση κάνουν στα λείψανα του Ξυλούρη, της Αλίκης, του Τσιτσάνη, του Γκιωνάκη και τόσων άλλων επιφανών από το Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Η τιμή που τους έκανε η πολιτεία είχε, λέει, ημερομηνία λήξης. Και τώρα, μόλις έσβησαν τα φώτα της δημοσιότητας, τους πετάμε έξω. Κι αναρωτιέμαι, δεν είναι ντροπή η σύγχρονη ελληνική ιστορία του Πνεύματος, του Θεάτρου, της Μουσικής, των Τεχνών να βρεθεί παραπεταμένη σε μερικά θλιβερά κασελάκια με πέντε κόκαλα μέσα; Ειδικά τώρα που γίναμε φτωχότεροι, πάνω στην ώρα που χάσαμε και τον Ζυλ Ντασέν, τον γλυκό «Τζούλυ», αυτό τον υπέροχο Έλληνα.
Αθώο έκρινε το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο της Χάγης τον Ραμούς Χαραντινάι, πρώην διοικητή του Απελευθερωτικού Στρατού του Κόσοβου (UCK) και πρώην επίσης Πρωθυπουργό του κρατιδίου και για άλλη μια φορά επιβεβαιώθηκε η ρήση πως τα δικαστήρια τα στήνουν οι νικητές μόνο και μόνο για να δικάσουν τους ηττημένους. Για μια φορά ακόμη ίσχυσε το «Ουαί τοις ηττημένοις». Τώρα ποιοι πρέπει να χαρακτηρίζονται εγκληματίες και να καταδικάζονται είναι άλλου παπά ευαγγέλιο, γιατί με τη φόρα που έχουμε πάρει κι ο Κολοκοτρώνης κι ο Παπαφλέσσας κι όλοι οι υπόλοιποι αγωνιστές του ’21 θα έπρεπε να καταδικαστούν για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας. Ήρωα, και με το δίκιο τους, θεωρούν τον Ραμούς Χαραντινάι οι Αλβανοί του Κοσόβου, ήρωες όμως θεωρούν κι οι Σέρβοι της Βοσνίας, της Κροατίας και των άλλων δημοκρατιών της πάλαι ποτέ Γιουγκοσλαβίας, τους δικούς τους αρχηγούς. Υπεύθυνοι για βασανιστήρια, βιασμούς και θανατώσεις είναι και οι μεν και οι δε. Αυτά έχουν οι πόλεμοι δυστυχώς. Καταστροφές, πόνο και αίμα πολύ. Όταν όμως ένα δικαστήριο, και μάλιστα Διεθνές, αποφασίζει με κριτήρια πολιτικά κι απονέμει δικαιοσύνη κατ’ επιταγήν του όποιου Μπους, τότε δεν μιλάμε για διεθνές δίκαιο αλλά για κάτι άλλο που δυστυχώς δεν μου επιτρέπεται να το γράψω.
Εντάξει, με τη βοήθεια του Σαρκοζί, της Ισπανίας και της Ιταλίας, τα νικήσαμε τα Σκόπια. Με τα άλλα τα μικρά, τα μίζερα καθημερινά, τι θα γίνει; Με την εισπρακτική λογική που επικρατεί τελευταία, με την ανεργία, τις αυξήσεις στα τιμολόγια, στους φόρους, με το ασφαλιστικό; Με τα Διοικητικά συμβούλια των Οργανισμών που σαν περιοδεύοντες θίασοι συνεδριάζουν από ξενοδοχείου εις ξενοδοχείον για ν’ αποφύγουν την οργή των εργαζομένων; Με την Ελλάδα της Ολυμπιακής Φλόγας και του «αρχαίο πνεύμα αθάνατο» που την πνίξαμε στην ντροπή του ντόπινγκ τι θα γίνει;
Τίποτα απολύτως. Γιατί σαν γνήσιοι νεοέλληνες, αδιάφοροι για το τι συμβαίνει γύρω μας το πολύ πολύ να την αράξουμε «στον καφενέ, τσιγάρο, πρέφα και καφέ, βρε δε βαριέ, βρε δε βαριέσαι αδερφέ», που θα ’λεγε κι ο Κώστας Χατζής.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου