Τετάρτη, Φεβρουαρίου 28, 2007

Του μαύρου πλαισίου, το πλαίσιο

Πως έχει πρόβλημα η παιδεία, όλοι μας το γνωρίζουμε. Δεν έχει απλά και μόνο προβλήματα, τα χάλια της έχει. Το θέμα δεν είναι η διαπίστωση, τα βλέπουμε και τα ζούμε άλλωστε κάθε μέρα, αλλά το πώς φτάσαμε σ’ αυτό το σημείο και τι γίνεται από δω και πέρα. Τα πανεπιστήμια εξακολουθούν να παραμένουν κλειστά για υπερβολικά μεγάλο, αδικαιολόγητα μεγάλο, χρονικό διάστημα. Οι φοιτητές στους δρόμους σε τακτικά, ανά εβδομάδα, «πανεκπαιδευτικά συλλαλητήρια». Παιδιά με πρόσωπα κουρασμένα βλέπουμε να σέρνουν βαριά τα βήματα στους δρόμους της Αθήνας, φορτωμένα με πλακάτ, συνθήματα κενά και κόκκινες σημαίες. Χωρίς ενθουσιασμό, χωρίς πάθος και παλμό, χωρίς καν την ιερή αγανάκτηση που πιθανόν θα περιμέναμε. Κι αν έλειπαν οι κουκουλοφόροι με τις πέτρες και τις μολότοφ, ούτε που θα τους δίναμε την παραμικρή σημασία.
Καμιά βιτρίνα σπασμένη, κανένας κάδος απορριμμάτων παραδομένος στη φωτιά, άντε και κανένα αυτοκίνητο καμένο, έτσι για χάπενιγκ. Αραιά και πού κλεφτοπόλεμος με τους «πραίτωρες», κάποιος ξυλοδαρμός φοιτητή που ξεχάστηκε, έμεινε πίσω κι έπεσε στα χέρια τους, κάποια πλευρά σπασμένα σε σύγκρουση με κάποια απρόσεκτη ζαρντινιέρα.
Κοινωνία βιαστική κι αδιάφορη που τρέχει να προλάβει, γονείς σε απόγνωση να λένε «κάτι πρέπει να γίνει, βρε παιδιά», πανεπιστημιακή κοινότητα μοιρασμένη στα δυο κι η κυβέρνηση μακάρια κι ατάραχη να σφυρίζει αδιάφορα και να επιμένει «στις μεταρρυθμίσεις» της. Η υπουργός παιδείας με ύφος χιλίων καρδιναλίων να δηλώνει πεισματικά πως «δεν κωλώνει» και να επιπλήττει τον φοιτητή πως δεν έχει ολοκληρωμένες κι επαρκώς τεκμηριωμένες προτάσεις. Κατηγορεί τον νεαρό των 19 και 20 χρόνων για έλλειψη λογικής στον κόσμο του παράδοξου και του παράλογου που ζούμε. Λες κι είν’ αυτός το πρόβλημα και πρέπει να τιμωρηθεί γιατί δεν έχει προτάσεις. Λες και δεν είν’ αυτός το θύμα όλων των καταστάσεων που του δημιουργήσαμε.
Μια ματιά αρκεί να ρίξουμε γύρω μας για να καταλάβουμε τι συνέβη. Πού είναι τα ξέγνοιαστα παιδιά; Πού πήγαν; Τι τα κάναμε; Πού χάθηκε το κυνηγητό στους δρόμους κι οι χαρούμενες φωνούλες και το τόπι στις αλάνες; Από την πιο τρυφερή ηλικία, από τα πέντε τους, τα φορτώνουμε με σάκες ασήκωτες μ’ ακαταλαβίστικα βιβλία μέσα. Καθημερινά τα βομβαρδίζουμε μ’ ανούσιες θεωρίες, γνώσεις άχρηστες και τα ρίχνουμε, ανήμπορα να κάνουν αλλιώς, στην αδιέξοδη μάχη των βαθμών και των μορίων. Να φτάσουν στα 18 κουρασμένα κι απελπισμένα ν’ αναζητούν διέξοδο στο μοντέλο του κινητού και στο μισοσκόταδο των internet-καφέ.
Κι αν κάποιο απ’ αυτά είναι τυχερό να περάσει σε κάποια από τις απίθανες σχολές της Δημόσιας Παιδείας μας, το πιθανότερο είναι ν’ αποκτήσει ένα πτυχίο που θα του είναι άχρηστο στην παραπέρα ζωή του. Τα καταλαβαίνει αυτά κι οργίζεται. Πιθανόν να ’θελε να τα γκρεμίσει όλα. Να μην αφήσει τίποτα στο διάβα του. «Στάχτη και μπούλμπερη» ν’ απομείνει, αλλά βαριέται, γιατί την ορμή του την κόψαμε κι αυτή με τον κακώς νοούμενο προστατευτισμό που το περιβάλαμε.
Εσύ φταις, φίλε μου, εγώ, ο δίπλα κι ο παραδίπλα. Όλοι εμείς που υπομείναμε χούντες, που παλέψαμε για «ψωμί, παιδεία, ελευθερία» κι ύστερα πέσαμε σε λήθαργο βαθύ κι αφήσαμε να μας παρασύρει το άγχος της καθημερινότητας. Αποκτήσαμε δεύτερο αυτοκίνητο, επίπεδη τηλεόραση, DVD, ικανοποιήσαμε τη ματαιοδοξία μας και μπήκαμε στο μάτι του γείτονα. Αφήσαμε όμως τα παιδιά μας απροστάτευτα στους πειραματισμούς του κάθε επίδοξου μεταρρυθμιστή.
Σχολικά βιβλία δυσνόητα με περιεχόμενο υποταγμένο σε σκοπιμότητες κι ισορροπίες. Μοναδικά συγγράμματα και καθηγητές με απώτερο σκοπό τον εύκολο πλουτισμό από τα ερευνητικά προγράμματα. Έρευνα για την έρευνα με στόχο την απορρόφηση των κοινοτικών κονδυλίων και μόνο. Έρημα τα αμφιθέατρα χωρίς παλμό κι επιστημονικό λόγο εκτός, δυστυχώς, ελαχίστων εξαιρέσεων. Κτίρια ρημαγμένα κι εγκαταλειμμένα από την έλλειψη πόρων αφού η κυβέρνησή μας δηλώνει πως δεν είναι διατεθειμένη να χρηματοδοτεί «τρύπες».
Αντιδρούν οι καθηγητές στον νόμο-πλαίσιο γιατί θεωρούν πως θα χάσουν προνόμια, αντιδρούν τα κόμματα της αριστεράς με μια στείρα κι επίμονη άρνηση που εντυπωσιάζει, αντιδρά και το ΠΑΣΟΚ, αυτό δεν ξέρει γιατί. Τόλμησε ο αρχηγός του, ο κ. Παπανδρέου, ν’ αναλάβει κάποιες πρωτοβουλίες κι έπεσαν πάνω του οι καθηγητάδες κι οι εκπρόσωποι οργανωμένων συμφερόντων να τον φάνε. Παλινωδίες, πολιτικάντικες πρακτικές άλλων εποχών, αποφάσεις υποταγμένες στον φόβο του πολιτικού κόστους. Κι η κατάσταση να χειροτερεύει. Κι η παιδεία να πνέει τα λοίσθια και ν’ ανοίγει την όρεξη ορισμένων να την χρησιμοποιήσουν σαν πρόσχημα για πρόωρες εκλογές. Κι ύστερα τι; Θα επιβληθούν λύσεις; Σε μια δημοκρατία λύσεις δεν επιβάλλονται και νόμοι αυταρχικοί παραμένουν γράμμα κενόν, όπως πολύ φοβάμαι πως θα συμβεί και με του μαύρου πλαίσιου, το πλαίσιο. Οι δημοκρατίες θέλουν διάλογο, καλή θέληση, πειθώ κι όχι βίαιη κατάργηση του ασύλου και ΜΑΤ στα προαύλια των σχολών .

Τετάρτη, Φεβρουαρίου 21, 2007

ΠΕΡΙ ΗΘΙΚΗΣ Ο ΛΟΓΟΣ

Δεν μου αρέσει να παίζω με την ηθική και φοβάμαι τους ηθικολογούντες γιατί αυτοί συνήθως είναι οι πιο επικίνδυνοι. Όσο πιο συχνά δηλαδή αναφέρεται σ’ αυτήν κάποιος, τόσο πιο πιθανό είναι αυτός ο κάποιος να μην είναι φανατικός οπαδός της. Και ποιος στ’ αλήθεια θα μπορούσε να ισχυριστεί πως δρα και λειτουργεί πάντοτε με γνώμονα τους τύπους και τους κανόνες της ηθικής;
Πάντα έτσι ήταν κι οι άνθρωποι κι οι κοινωνίες. Έφτιαχναν νόμους κι έταζαν κανόνες για να ’χουν τη δυνατότητα στη συνέχεια να τους παραβιάζουν. Το καταλαβαίνω αυτό. Ανθρώπινες είναι οι αδυναμίες κι οι σκέψεις οι πονηρές και τα παραστρατήματα. Άλλωστε δυο χιλιάδες χρόνια πριν, ο Χριστός ήταν Εκείνος που έκανε τους φοβερούς διώκτες της παραστρατημένης γυναίκας ν’ αποχωρίσουν με κατεβασμένο κεφάλι λέγοντάς τους «ο αναμάρτητος ας είναι αυτός που θα ρίξει πρώτος τον λίθο», ή κάτι τέτοιο.
Τους ηθικολόγους φοβάμαι. Αυτούς που κάνουν σημαία τους την ηθική και ζητούν να καούν στην πυρά όσοι κατά τη γνώμη τους παραστράτησαν. «Στο πυρ το εξώτερον», «εις την γέεναν του πυρός». Κι αν κάνει τον ηθικολόγο ένας αγράμματος ή κάποιος με μειωμένη αντίληψη, τότε πολύ εύκολα μπορούμε να πούμε, «πάει στα κομμάτια, τόσα ξέρει, τόσα λέει». Κι αν επιμένει περισσότερο, το πολύ πολύ να τον κατατάξουμε στους γραφικούς και πάει ξεμπερδέψαμε. Το πράγμα σοβαρεύει όμως αν κάνει σημαία την ηθική κάποιος οφθαλμοφανέστατα υποκριτής. Εκεί που τα πάντα αλλάζουν και μπορεί να γίνουν τραγικά είναι αν, λόγου χάρη, την τακτική ακολουθήσει μια ολόκληρη παράταξη. Κι εδώ κοιτάξτε τι συνέβη.
Δυο φορές όλες κι όλες κέρδισε τις εκλογές το κόμμα της Δεξιάς από το 1981 μέχρι σήμερα. Μέσα σε 26 χρόνια δυο φορές σχημάτισε κυβέρνηση η Νέα Δημοκρατία. Πώς; Με ποια συνταγή; Ακούστε την. Δεν είχε πρόγραμμα τέτοιο που θα ήταν ικανό να πείσει την πλειοψηφία του ελληνικού λαού να την εμπιστευτεί. Δεν είχε λύσεις να προτείνει στα χρόνια προβλήματα της χώρας κι ούτε στελέχη πιο ικανά. Διέθετε όμως θράσος κι υποκρισία. Ίδια η συνταγή και τις δυο φορές. Υποκρισία και παραπλάνηση. Εκμεταλλευόμενοι τη φυσική αδυναμία, λόγω ασθενείας, του ηγέτη της δημοκρατικής παράταξης Ανδρέα Παπανδρέου, σήκωσαν τα λάβαρα της ηθικής και βγήκαν στα κεραμίδια. Ακόμη φτάνουν στ’ αυτιά μου οι κραυγές τους. «Ψεύτες, κλέφτες, ανήθικοι πασόκοι». Κι από κοντά τα ΜΜΕ. «Ο απατεώνας και το τσόκαρο» σε πηχυαίους τίτλους κι οχτάστηλα.
«Αρχάγγελος της κάθαρσης» αυτοαναγορεύτηκε ο κ. Μητσοτάκης και δήλωνε πανέτοιμος να καθαρίσει την κόπρο του Αυγείου, να κλείσει τους ανέντιμους στη φυλακή και να επαναφέρει τη χώρα στον κόσμο της τάξης και της ηθικής. Κι έγιναν οι εκλογές και κέρδισε με ποσοστό μεγάλο. Είχε συντρέξει βέβαια κι η Αριστερά, η προοδευτική, σ’ αυτό. Κι έγινε η Νέα Δημοκρατία κυβέρνηση κι ο κ. Μητσοτάκης πρωθυπουργός. Κι ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και βούλιαξε «η κυβέρνηση της κάθαρσης» στον βόρβορο των σκανδάλων και των ανομημάτων της. Μόνη οδηγήθηκε σε παραίτηση αφού οι ίδιοι οι βουλευτές της τρόμαξαν και την έκαναν με ελαφρά πηδηματάκια.
Αυτά την πρώτη φορά γιατί υπήρξε και δεύτερη. Βέβαια είναι γνωστό τοις πάσι πως η ιστορία όταν επαναλαμβάνεται μόνο σαν φάρσα μπορεί να επαναληφθεί. Κι εδώ επιβεβαιώθηκε πανηγυρικά. Το γεγονός πως ακόμη και το στημένο Ειδικό Δικαστήριο του κ. Κόκκινου δεν τόλμησε να καταδικάσει τον Ανδρέα, τίποτα δεν τους δίδαξε και συνέχισαν την ίδια τακτική. Εκμεταλλευόμενοι την αδυναμία του κ. Σημίτη να διαχειριστεί την εντολή του λαού κι αντί να δώσει την απαραίτητη ώθηση στη χώρα έστρεψε άκομψα κι άγαρμπα το πάλαι ποτέ κίνημα όσο μπορούσε πιο δεξιά. Τη στάση αυτή ερμήνευσαν (;) κατά το δοκούν οι υπουργοί του κι έδωσαν όπλα στη νεοδεξιά να πιάσει τις κατσαρόλες και να βγει στους δρόμους ξανά. Τι για σκάνδαλα, τεκμηριωμένα τάχα μου, ακούσαμε, τι για διαπλοκή, τι για ανηθικότητα. Κι απ’ όλα αυτά τα δεινά θα μας γλίτωνε «σεμνά και ταπεινά» ο κ. Καραμανλής, ο νεότερος. Κι ο ελληνικός λαός, ευκολόπιστος όπως πάντα, τους πίστεψε. Κι έγινε κυβέρνηση το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας κι ο κ. Καραμανλής πρωθυπουργός. Αυτός που θα ’φερνε τη μεταρρύθμιση παντού και που δήλωνε πως δεν είναι δυνατόν ν’ ανεχθεί «πεντέξι νταβατζήδες να κάνουν κουμάντο τη χώρα». Μόνο που πολύ σύντομα αναγκάστηκε ο καινούριος «αρχάγγελος της κάθαρσης» να μείνει κλεισμένος στο Μαξίμου ή απομονωμένος στη Ραφήνα για ν’ αποφύγει, κατά το δυνατόν, το κόστος των ενεργειών των στελεχών της σεμνής και ταπεινής κυβέρνησής του. Και τι δεν ζήσαμε αυτά τα τρία χρόνια. Και τι δεν είδαν τα μάτια μας και τι δεν άκουσαν τ’ αυτιά μας! Αποδείχτηκε περίτρανα πως οι ηθικολόγοι δεν ήταν και τόσο ηθικοί κι η σεμνότητα κι η ταπεινότητα, προπέτασμα καπνού που έκρυβε προθέσεις κακές και συμπεριφορές άθλιες.
Είδαμε 45, 55, 65 υψηλόβαθμους (συγχωρήστε με γιατί έχασα τον λογαριασμό), να παραιτούνται πανικόβλητοι και ν’ αναγκάζονται, υπό το βάρος των αποκαλύψεων, να εγκαταλείπουν άδοξα θέσεις και θώκους προεδρικούς. Είδαμε «κουμπάρους» να περιφέρονται σιδηροδέσμιοι και να διαπομπεύονται για παραδειγματισμό, είδαμε τον γηραιό διοικητή του ΙΚΑ να πεθαίνει στα σκαλοπάτια της ερωμένης-συνεργάτιδάς του, χτυπημένος από του αγανακτισμένου (;) αντίζηλου το χέρι, μέσα σ’ ένα όργιο φημολογίας για πιθανολογούμενους στημένους διαγωνισμούς, αδιαφάνειες, χρηματισμούς και χαμένους υπηρεσιακούς φακέλους σ’ ερωτικά κρησφύγετα. Είδαμε, είδαμε, είδαμε κατά το «φάγανε, φάγανε, φάγανε», του ηρωικού Μαυρογιαλούρου.
Σεμνές και ταπεινές ηθικές, σεμνά και ταπεινά σκάνδαλα. Και το θύμα όλων αυτών των καταστάσεων, το κατασυκοφαντημένο ΠΑΣΟΚ, τι κάνει; Βγήκε να φωνάξει, να καταγγείλει, να καταδικάσει; Πήρε τους δρόμους διαφωτίζοντας και ξεσηκώνοντας τον κόσμο;
Τίποτα δεν λειτουργεί κι η χώρα κυβερνάται από τον αυτόματο πιλότο. Η οικονομία υπό επιτήρηση, τα εθνικά θέματα παραδομένα στη μεγαλοψυχία των Αμερικανών, η Εκκλησία υποταγμένη στον Χριστόδουλο της Δεξιάς Του Κυρίου, τα Πανεπιστήμια κλειστά, τριακόσιοι-τετρακόσιοι κουκουλοφόροι καταλύουν το κράτος κι εξευτελίζουν αστυνομίες και πραίτωρες. Κι εσείς «συντρόφια» τι περιμένετε; Να διαλυθεί το σύμπαν; Έτσι κι αλλιώς τα χείλη του ΚΚΕ άλαλα είναι, το σύνδρομο του ’89 θα τους ταλανίζει για πολύ ακόμη, στον Συνασπισμό μοιράζουν και ξαναμοιράζουν τις έδρες που πιθανόν θα πάρουν κι εσείς αντί να βγείτε στους δρόμους κάθεστε και μαλώνετε για το εάν θα έπρεπε να διαγραφεί ο Πάγκαλος ή ο Κουλούρης ή κι οι δυο.
Κανείς δεν επιχαίρει για το κατάντημα και την παταγώδη αποτυχία της κυβέρνησης. Έτσι κι αλλιώς οι Απόκριες πέρασαν, οι μάσκες έπεσαν κι οι μασκαράδες αποκάλυψαν την τραγική φιγούρα τους. Μήπως, λέω μήπως, είναι ώρα για νέες ελπίδες και γι’ αγώνες καινούριους χωρίς ωραιοποιήσεις και δογματισμούς; Με λόγια απλά και κατανοητά, μπας και την ύστατη ώρα περισωθεί κάτι.

Σάββατο, Φεβρουαρίου 10, 2007

Ας κρατήσουν οι χοροί

«Μέχρι πρωίας γλέντησαν οι Ρεθυμνιώτες την Τσικνοπέμπτη», γράφουν οι εφημερίδες. Μιας και δεν τους έχει μείνει τίποτ’ άλλο, καλά κάνουν. «Ας κρατήσουν οι χοροί», που λέει κι ο γνωστός τραγουδοποιός, γιατί τι άλλο απόμεινε αλήθεια στην πάλαι ποτέ πόλη των γραμμάτων; Γράμματα με την έννοια του παραπάνω όρου, αν δεν κάνω λάθος, σημαίνει πολιτισμός. Σημαίνει ανθρωπιά κι ενδιαφέρον για το τι συμβαίνει γύρω μας, δίπλα μας. Τα πάντα λειτουργούν στην εντέλεια, όπως ας πούμε στην Πανεπιστημιούπολη, όπου η κατάληψη συνεχίζεται. Και θρηνώ κι εγώ μαζί με άλλους για την Παιδεία την ημιθανή, αυτήν που από καιρό έχει πέσει σε κώμα, και γύρω της στήνονται σε χορό οι μοιρολογίστρες. Όλοι συμφωνούν πως είναι άρρωστη βαριά, αλλά διαφωνούν ριζικά στη θεραπεία. Τέτοια που είναι ας τη δώσουμε στους ιδιώτες λένε οι μισοί, μην την ενοχλείτε ωρύονται οι άλλοι. Αφήστε την ήσυχη να βρει τον δρόμο της μόνη της και μέχρι τότε ας κάνουν κατάληψη κι ας χορεύουν πάνω στο νεκροκρέβατό της προασπιζόμενοι τα συμφέροντα κάποιων καθηγητάδων και την αρρωστημένη μανία κάποιων αντιδραστικών. Κι η κυβέρνησή μας, η μεταρρυθμιστική, κινείται στους γνωστούς ράθυμους ρυθμούς και στην αντιπολίτευση γίνεται «της δυσπιστίας».
Ας κρατήσουν οι χοροί στην πόλη που ενώ είναι συγκοινωνιακά αποκλεισμένη, που έκανε πάρκινγκ την άμμο, που κοιτάζει μ’ αδιαφορία το τσιμεντένιο κουφάρι του νοσοκομείου, το χάλι του μεγάρου (;) της αστυνομίας και μύρια όσα, άρχισε ο διάλογος κι οι προβληματισμοί για το αν χρειάζεται να γίνει καζίνο, λες κι αυτό είναι όλο μας το πρόβλημα. Λες και μια πόλη που θέλει να προβάλλεται σαν τουριστική θα χάσει από την υποτιθέμενη λειτουργία ενός καζίνο. Κι οι κοινωνικές επιπτώσεις; θα με ρωτήσετε. Σε μια ευνομούμενη πολιτεία αυτά είναι αστεία πράγματα, θα σας απαντήσω, γιατί η πολιτεία είναι εκείνη που μπορεί να θέσει τους κανόνες λειτουργίας και τους όποιους περιορισμούς. Και τα γράμματα; Κι ο πολιτισμός; Ταιριάζει ένα καζίνο στην πόλη των γραμμάτων ή προάγει τον πολιτισμό η λειτουργία καζίνο; Και βέβαια όχι. Θα προσελκύσει όμως τουρισμό. Θα καταστήσει την πόλη κέντρο πραγματικό ολόκληρης της Κρήτης και θα βοηθήσει στην προβολή της. Άφησε που μ’ αυτήν την αφορμή μπορεί κάποιος να νοιαστεί πραγματικά για το λιμάνι και την κατ’ ευφημισμόν μαρίνα. Αλλά τι λέω τώρα! Εμείς και στην ιδέα μόνο ανατριχιάζουμε.
Τα ήθη μας δεν τα επιτρέπουν αυτά. Ο τόπος που γέννησε Γιαμπουδάκηδες κι ανάδειξε Αρκάδια δεν τα σηκώνει αυτά. Είμαστε περήφανος λαός εμείς και την ιστορία και τους ήρωές μας τους τιμούμε. Πού ακούστηκε καζίνο στην πόλη τ’ Αρκαδιού! Από την άλλη πάλι, «χωματερή στ’ Αρκάδι» έγραψα σε προηγούμενο σημείωμά μου και συγχωρήστε με που επανέρχομαι. Τα ’χει αυτά ο πολιτισμός κι η καλύτερη ποιότητα ζωής. Όσο ανεβαίνει το βιοτικό επίπεδο ενός λαού τόσο, αναγκαστικά, αυξάνονται κι οι όγκοι των σκουπιδιών που κάπου πρέπει να πάνε. Όλοι συμφωνούμε σ’ αυτό αλλά διαφωνούμε στο που. Ή μάλλον όλοι συμφωνούμε πως πρέπει να πάνε αλλού. Πού; Μα στου γείτονα. Κι ο γείτονας λέει παραδίπλα, κι ο παραδίπλα πιο μακριά, και το παιχνίδι της κολοκυθιάς συνεχίζεται.
Έπρεπε, λέει, να ’χε κλείσει από καιρό ο ΧΥΤΑ στον Μαρουλά και τώρα κινδυνεύουμε από πρόστιμα τσουχτερά. Τη δόξα του Κουρουπητού ζηλέψαμε; Όχι βέβαια. Και τώρα τι κάνουμε; Στο και πέντε, τι μπορούμε να κάνουμε; Θ’ ακολουθήσουμε την εύκολη λύση κι ας είναι η πιο παράλογη. Θα επεκτείνουμε τη χωματερή στ’ Αρκάδι που και μόνο η ύπαρξή της θα έπρεπε υπό κανονικές συνθήκες να μας κάνει ν’ ανατριχιάζουμε. Κι ύστερα καθόμαστε και θρηνολογούμε επειδή κάποιοι επιτήδειοι απέθεσαν λυματολάσπη, τ’ απόβλητα των χοιροτροφείων τους, στο δάσος τ’ Αρκαδιού, στις ιστορικές Κουκουναριές, μια ανάσα από τον περίβολο του Μοναστηριού. Καλά έκαναν οι άνθρωποι. Στο κράτος της πλάκας που ζούμε, σκέφτηκαν, ποιος θα μας δει ή ποιος θα μας ενοχλήσει; Κι όταν βρέθηκε ο Περιβαλλοντικός Σύλλογος να το καταγγείλει, πάλι η λύση ήταν εύκολη. Ένας φορτωτής σήκωσε τη λάσπη και τη διασκόρπισε στους γύρω ελαιώνες και την ευρύτερη περιοχή, διασκορπίζοντας παράλληλα τη ρύπανση παντού. Κακώς, σκέφτομαι, πολύ κακώς. Τι στο καλό φοβήθηκαν, την απόσταση; Ούτε πεντακόσια μέτρα δεν είναι η αυλή του Μοναστηριού. Εκεί έπρεπε να την αποθέσουν, φόρο τιμής στον πολιτισμό μας. Ας κρατήσουν οι χοροί.

Παρασκευή, Φεβρουαρίου 02, 2007

Όταν εσύ κοιμόσουν

Όταν εσύ κοιμόσουν, οι βρικόλακες ήταν ξύπνιοι και φρόντισαν να τρομάξουν το ξύπνημά σου μ’ αγχόνες και θηλιές. Γιατί αυτό ήθελαν να σου μεταδώσουν της γης οι ισχυροί. Τον τρόμο. Άντε, γιατί πολύ ξεθάρρεψες κι άρχισες να σηκώνεις κεφάλι.
Η εικόνα του πρώην Ιρακινού δικτάτορα, του Σαντάμ Χουσεΐν, με το σχοινί το λαιμό να κάνει το γύρο του κόσμου ξανά και ξανά και ξανά σε τι άλλο αποσκοπούσε; «Εγώ είμαι εδώ, ο δυνατός» ήθελε να βροντοφωνάξει. «Ο άγρυπνος φρουρός της τάξης και της απανταχού δικαιοσύνης».
Ελευθερωτές, τάχα μου, μπήκαν στο Ιράκ πριν χρόνια οι Αμερικανοί. Όπως παλιότερα στη Γιουγκοσλαβία, στο Αφγανιστάν κι αλλού κι αλλού. Για να ρίξουν δήθεν τους δικτάτορες και τους εκμεταλλευτές, τους διεφθαρμένους προστάτες της διεθνούς τρομοκρατίας. Και διέλυσαν τα κράτη και σκότωσαν τους λαούς. Κι έστησαν χορούς πάνω στους τάφους κι ασχημόνησαν. Κι έσπειραν τα ζιζάνια της διχόνοιας. Τον όλεθρο του αλληλοσπαραγμού. Κι ανέδειξαν τους μισητούς δικτάτορες σε σύμβολα αντίστασης και πατριωτισμού. Γιατί από τον ξενόφερτο εισβολέα και κατακτητή προτιμούν τον ντόπιο δικτάτορα. Δική τους υπόθεση τον θεωρούν. Την πατρίδα τους όμως τη θέλουν λεύτερη και πολεμούν γι’ αυτήν κι αγωνίζονται και πεθαίνουν. Κι οι άλλοι τι έκαναν; Κάθισαν με σταυρωμένα τα χέρια; Όχι.
Έφεραν τη δικαιοσύνη του τρόμου. Τη μονομερή και την άδικη. Με τα ντόπια τσιράκια που τους προσκύνησαν. Με τη «σκύλα» την Κάρλα Ντε Πόντε να κυνηγά σαν θηράματα τους Σέρβους ηγέτες και ν’ αφήνει ανενόχλητους τους εγκληματίες μουσουλμάνους και τους λύκους του Ουτσεκά.
Αντιστέκονται οι λαοί κι οι μαχητές της ελευθερίας δεν διστάζουν να ζωστούν εκρηκτικά και να φωτίσουν με τα κορμιά τους σαν πυροτεχνήματα τα σκοτάδια της μισθοφορικής αλαζονείας, αυτής που υποτίθεται πως αποκαθιστά δημοκρατίες με στημένα δικαστήρια και κρεμάλες.

Ελλάς το μεγαλείο σου!

Αυθαίρετα στη Μακρόνησο, ναρκοπέδιο η Γυάρος, κλειστά τα Πανεπιστήμια, χωματερή στ’ Αρκάδι. Σας εκπλήσσουν όλα αυτά; Κακώς. «Εδώ είναι Βαλκάνια, δεν είναι παίξε γέλασε», όπως λέει κι ο ποιητής.
Το ένα πίσω από το άλλο φυτρώνουν τ’ αυθαίρετα στη Μακρόνησο. Οι βοσκοί κυρίως, σύμφωνα με τις πληροφορίες, φροντίζουν για την καταπάτηση και χτίζουν με την ευκαιρία και κανένα σπιτάκι. Μέσα στα ιστορικά, μαρτυρικά κτίρια, τα πρόβατα και τα γίδια. Κι από κοντά κι οι κυνηγοί που οριοθετούν τον χώρο τους μεταφέροντας κι εγκαταλείποντας εκεί παλιά αυτοκίνητα χωρίς πινακίδες. Η Γυάρος πάλι έχει μετατραπεί σ’ επικίνδυνο ναρκοπέδιο από τις διάσπαρτες βόμβες, θανατηφόρα κατάλοιπα της αεροπορίας, από την εποχή που το νησί χρησίμευε σαν πεδίο βολής. Κι όσο για τ’ Αρκάδι, το διεθνές σύμβολο εθελοθυσίας, φαντάζει σήμερα σαν η μοναδική λύση ανάγκης όχι απλά για τη λειτουργία, αλλά για τη γιγάντια επέκταση της χωματερής. Κάποιες χλιαρές διαμαρτυρίες του δημάρχου Αρκαδίου έπεσαν και πέφτουν στο κενό, γιατί ’ναι «μικρός το δέμας» κι η φωνή του αδύναμη μπροστά στα τεράστια συμφέροντα που κρύβονται από πίσω. Κράτος της πλάκας; Πολύ επιεικής ακούγεται σήμερα ο χαρακτηρισμός αυτός.
Τα Πανεπιστήμια κλειστά ολόκληρη τη χρονιά. Οι έμποροι της γνώσης, αυτοί που κατέχουν το μονοπώλιο της ανώτατης εκπαίδευσης και διαχειρίζονται τα παχυλά ευρωπαϊκά κονδύλια, είναι κάθετα αντίθετοι στην τροποποίηση του άρθρου 16 γιατί τα συμφέροντα τους θα θιγούν. Κι είναι έωλα τα επιχειρήματα τους κι ιδιοτελή, και τα δάκρυα τους κροκοδείλια πως, τάχα μου, θα χαθεί ο δημόσιος χαρακτήρας της εκπαίδευσης και θα παραδοθούν τα Πανεπιστήμια στου κάθε ιδιώτη τη διάθεση, λες και δεν είναι το κράτος αυτό που θα θέσει τους όποιους κανόνες λειτουργίας. «Ουαί υμίν Γραμματείς και Φαρισαίοι υποκριταί». Την ίδια ώρα η κυβέρνησή μας σεμνά και ταπεινά, ξεκοκαλίζει του Μπαϊραχτάρη τα ψητά και διασκεδάζει στα in στέκια του Κολωνακίου κι οι καθηγητάδες του ΠΑΣΟΚ αντιστέκονται κι αυτοί σθεναρά και φτιάχνουν Π16 πρωτοβουλίες.
Διαβάζω αυτές τις μέρες από την Ιστορική Βιβλιοθήκη των Νέων τον βίο και την εποχή του Ανδρέα Παπανδρέου. Ως γνωστόν ο Ανδρέας εκλήθη το 1961 να οργανώσει το ανεξάρτητο Κέντρο Οικονομικών Ερευνών και να συμβάλλει με τις γνώσεις του στον σχεδιασμό για την ανόρθωση της ελληνικής οικονομίας. Αντιγράφω λοιπόν, «ο Πρωθυπουργός Κωνσταντίνος Καραμανλής ήρθε σε επαφή μαζί του, έχοντας ένα αίτημα. Παρακινούμενος από το ενδιαφέρον του Ζολώτα να εκσυγχρονίσει τις οικονομικές σπουδές στην ανώτατη εκπαίδευση, ζήτησε από τον Παπανδρέου να συντάξει ένα σχέδιο εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης για τον τομέα των Οικονομικών, της Επιχειρηματικής Διαχείρισης και της Δημόσιας Διοίκησης. Ο Παπανδρέου ετοίμασε τις προτάσεις του… Ένα μήνα αργότερα, η εμπιστευτική έκθεσή τους παρουσιάστηκε στην κυβέρνηση Καραμανλή. Ανάμεσα στ’ άλλα εισηγείτο και μια Ανεξάρτητη Οικονομική Σχολή στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Εξοργισμένοι καθηγητές της Α.Σ.Ο.Ε, αισθανόμενοι πως τα συμφέροντα τους απειλούνται, διέρρευσαν το περιεχόμενο της έκθεσης στον Τύπο. Ο Παπανδρέου στιγματίστηκε τότε ως ο Αμερικανός που έφθασε στην Ελλάδα για να την διορθώσει». Σας θυμίζει τίποτα αυτό; Με διαφορά 45 και βάλε ετών, βλέπουμε το ίδιο έργο ανεβασμένο με την ίδια κακή σκηνοθεσία. Κι εμείς, ο απλός λαός, τι κάνουμε;
Εμείς πίνουμε «φραπελιά». Αποψιλώνονται, λέει, τα λιόδεντρα του Λεκανοπεδίου από τους επιτήδειους εμπόρους των ελπίδων μιας κοινωνίας σε παρακμή. Έτσι είναι αυτά. Μια φήμη είναι αρκετή για να μας κάνει να τρέχουμε και να γινόμαστε τα εύκολα θύματα των κάθε λογής επιτηδείων. Από τις ατέλειωτες ουρές μπροστά στην όποια «θαυματουργή εικόνα» μέχρι το νερό του Καματερού. Τώρα ανακαλύφθηκαν ξαφνικά οι ιαματικές ιδιότητες των φύλλων της ελιάς. Αυτά που οι αφελείς πρόγονοί μας τα χρησιμοποιούσαν για να στεφανώσουν τους ολυμπιονίκες, εμείς οι έξυπνοι σύγχρονοι Έλληνες, τα χτυπούμε στο μίξερ και τα πίνουμε. Χωρίς τεκμηρίωση καμιά, χωρίς υπεύθυνη ενημέρωση, πού να βρεθεί άλλωστε, κόσμος και ντουνιάς ξεχύθηκε στα λιόφυτα. Το «έλα και να δεις» γίνεται για το ποιος θα πρωτοπρολάβει. Αδελφός σκοτώνει αδελφό για το αν πρέπει να δοθεί το αμφίβολης αποτελεσματικότητας ζουμί στον καρκινοπαθή αδελφό κι οι ξύπνιοι τα πουλούν ήδη από 12 μέχρι 40 ευρώ το κιλό, την ώρα που το πολύτιμο, αγνό λάδι, πιάνει μετά βίας τα 2,5 ευρώ το κιλό. Ελλάς το μεγαλείο σου!